Τα οικονομικά των κομμάτων - Μπήκαμε στα λογιστήρια ΝΔ και ΠΑΣΟΚ
![oikonomika kommaton 23 05 2022 2](https://www.dimiourgiaxana.gr/images/oikonomika-kommaton-23-05-2022_2.jpg)
![oikonomika kommaton 23 05 2022 2](https://www.dimiourgiaxana.gr/images/oikonomika-kommaton-23-05-2022_3.jpg)
![oikonomika kommaton 23 05 2022 2](https://www.dimiourgiaxana.gr/images/oikonomika-kommaton-23-05-2022_4.jpg)
![oikonomika kommaton 23 05 2022 2](https://www.dimiourgiaxana.gr/images/oikonomika-kommaton-23-05-2022_5.jpg)
![oikonomika kommaton 23 05 2022 2](https://www.dimiourgiaxana.gr/images/oikonomika-kommaton-23-05-2022_6.jpg)
Το Τέξας έχει το υψηλότερο ποσοστό κατοίκων με δηλωμένο θρησκευτικό προσανατολισμό στις ΗΠΑ. Είναι επίσης η Πολιτεία με τους πιο παράλογους νόμους, αποτέλεσμα και της πολιτικής πίεσης που δημιουργείται από το συντηρητικό κοινό. Θέλετε μια γεύση;
Είναι παράνομο τα παιδιά να έχουν ασυνήθιστα κουρέματα.
Στο Dennison και στο Bristol του Texas είναι παράνομο να δείχνεις τις ζαρτιέρες σου, η ποινή είναι μέχρι ένα έτος φυλάκιση.
Στο Clarendon είναι παράνομο να χρησιμοποιείς ξεσκονόπανο με φτερά για τα δημόσια κτίρια (εδώ πραγματικά θα ήθελα να δω το σκεπτικό).
Είναι παράνομο να κατέχει κανείς την Encyclopedia Britannica, καθώς ένας τόμος της περιέχει συνταγή για παρασκευή μπύρας και τα κατ’οίκoν ζυθοποιεία με δυνατότητα πάνω από 200 γαλόνια ετησίως, δεν επιτρέπονται (εδώ τουλάχιστον υπήρχε σκεπτικό).
Όσοι σχεδιάζουν να εκτελέσουν έγκλημα, υποχρεούνται να ενημερώσουν τα υποψήφια θύματα γραπτά ή προφορικά ένα 24ωρο πριν, καθώς και να αναφέρουν τη φύση του σχεδιαζόμενου εγκλήματος (μάλλον οι Τεξανοί νιώθουν ασφαλέστεροι τώρα).
Και εάν οι παραπάνω παραθέσεις φαίνονται κωμικές ή παρωχημένες δεν συμβαίνει το ίδιο με τον πρόσφατο νόμο που τέθηκε σε ισχύ, τον Σεπτέμβριο του 2021, στο Τέξας και απαγορεύει τις αμβλώσεις έξι εβδομάδες μετά την τελευταία έμμηνο ρύση της ασθενούς.
Ένα νομικό ανοσιούργημα
Το νομοσχέδιο είναι, θα έλεγε κανείς, ύπουλα διαρθρωμένο ώστε να μετακυλίει στους ιδιώτες την επιβολή του νόμου και να μην βασίζεται στην κυβέρνηση.
Ενώ οι ίδιοι οι ασθενείς που κάνουν άμβλωση δεν μπορούν να μηνυθούν βάσει του νέου νόμου, όποιος εκτελεί την επέμβαση ή βοηθά στην άμβλωση μπορεί να μηνυθεί — και σχεδόν από οποιονδήποτε. Ακόμη και ο οδηγός ταξί που μεταφέρει την γυναίκα στην κλινική για τη διαδικασία μπορεί να μηνυθεί από οποιονδήποτε. Ακόμη και εάν οι επιζώντες βιασμού διαγνωσθούν έγκυες και ζητήσουν άμβλωση, αυτές οι διαδικασίες θα μπορούσαν να γίνουν αντικείμενο αγωγών.
Ο νόμος διευρύνει δραματικά την έννοια της αστικής αγωγής και στοχεύει στο να εμποδίσει τους πολίτες να χρησιμοποιήσουν το συνταγματικό δικαίωμα για άμβλωση, όπως αυτό κατοχυρώθηκε στο πλαίσιο της υπόθεσης Roe vs Wade (θα αναφερθούμε σε αυτήν παρακάτω).
Περιλαμβάνονται επίσης αρκετές διατάξεις για τις οποίες οι ειδικοί αποφαίνονται ότι γέρνουν την πλάστιγγα προς τους ενάγοντες, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των κατά συρροή εναγόντων που θα μπορούσαν να καταθέσουν δεκάδες ή εκατοντάδες μηνύσεις, καθώς παροτρύνει τους πολίτες να μηνύουν με χρηματική ανταμοιβή 10.000 $ εάν επιτύχουν και περιορίζει στους κατηγορούμενους την ικανότητα να ανακτήσουν τα νομικά τους έξοδα.
Μέχρι στιγμής, ο νόμος του Τέξας έχει σημειώσει μεγάλη επιτυχία στην επίτευξη ενός μακροπρόθεσμου στόχου πολλών συντηρητικών: τη μείωση του αριθμού των αμβλώσεων – κατά 85% σύμφωνα με στατιστικά των κλινικών.
Ποιόν επηρεάζει πρώτιστα αυτό το νομικό ανοσιούργημα; Το μαντέψατε, τις φτωχότερες τάξεις, αυτούς που δεν διαθέτουν την οικονομική ευχέρεια να ταξιδέψουν σε άλλη Πολιτεία και να υποβληθούν νόμιμα στη διαδικασία.
Σύμφωνα με την Διεθνή Αμνηστία (την οποία γενικά δεν υπολήπτομαι για άλλες θέσεις της, αλλά στο συγκεκριμένο συμφωνώ) “περίπου 47.000 γυναίκες πεθαίνουν κάθε χρόνο ως αποτέλεσμα της μη ασφαλούς άμβλωσης. Αυτή η παγκόσμια τραγωδία δεν θα τελειώσει έως ότου η άμβλωση αποποινικοποιηθεί πλήρως και καταστεί προσιτή σε όλους”.
Τι ήταν λοιπόν η υπόθεση Roe vs Wade που οι νομοθέτες του Τέξας προσπαθούν να παρακάμψουν;
Το 1969, μια 25χρονη ανύπαντρη γυναίκα, η Norma McCorvey με το ψευδώνυμο «Jane Roe», αμφισβήτησε τους ποινικούς νόμους περί αμβλώσεων στο Τέξας που τις απαγόρευαν ως αντισυνταγματικές, εκτός από τις περιπτώσεις που κινδύνευε η ζωή της μητέρας. Υπερασπιστής του νόμου κατά των αμβλώσεων ήταν ο Henry Wade – ο εισαγγελέας της κομητείας του Ντάλας – εξ ου και το «Roe v Wade».
Η κ. McCorvey ήταν έγκυος στο τρίτο της παιδί όταν κατέθεσε την υπόθεση και ισχυρίστηκε ότι είχε βιαστεί, όμως η υπόθεση απορρίφθηκε και αναγκάστηκε να γεννήσει.
Το 1973 η έφεσή της έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, όπου η υπόθεσή της εκδικάστηκε μαζί με αυτή μιας 20χρονης γυναίκας από την Τζόρτζια, της Σάντρα Μπένσινγκ. Εκεί υποστήριξαν ότι οι νόμοι για τις αμβλώσεις στο Τέξας και τη Τζόρτζια ήταν αντίθετοι με το Σύνταγμα των ΗΠΑ επειδή παραβίαζαν το δικαίωμα της γυναίκας στην ιδιωτική ζωή.
Με ψήφους επτά κατά δύο, οι δικαστές αποφάνθηκαν ότι οι πολιτειακές κυβερνήσεις δεν είχαν την εξουσία να απαγορεύσουν τις αμβλώσεις και έκριναν ότι το δικαίωμα μιας γυναίκας να διακόψει την εγκυμοσύνη της προστατεύεται από το σύνταγμα των ΗΠΑ.
Στα 49 χρόνια από το Roe v Wade, οι αγωνιστές κατά των αμβλώσεων έχουν ανακτήσει κάποιο χαμένο έδαφος.
Το 1980 το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ επικύρωσε έναν νόμο που απαγόρευε τη χρήση ομοσπονδιακών κονδυλίων για τις αμβλώσεις, εκτός αν είναι απαραίτητο για να σωθεί η ζωή μιας γυναίκας.
Στη συνέχεια, το 1989 ενέκρινε περισσότερους περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένου του να επιτρέπει στις Πολιτείες να απαγορεύουν τις αμβλώσεις σε κρατικές κλινικές ή από κρατικούς υπαλλήλους.
Ακολούθησαν και άλλες αποφάσεις με αποτέλεσμα, για να μην μακρηγορούμε, πολλές Πολιτείες να έχουν πλέον περιορισμούς σε ισχύ, όπως απαιτήσεις οι νεαρές έγκυες γυναίκες να εμπλέκουν τους γονείς τους ή έναν δικαστή στην απόφασή τους για άμβλωση. Άλλες έχουν εισαγάγει περιόδους αναμονής μεταξύ της πρώτης επίσκεψης μιας γυναίκας σε μια κλινική αμβλώσεων και της πραγματικής διαδικασίας.
Το αποτέλεσμα αυτών των περιορισμών είναι ότι πολλές γυναίκες πρέπει να ταξιδέψουν περισσότερο για να κάνουν έκτρωση, συχνά πέρα από τα Πολιτειακά σύνορα, και να πληρώσουν περισσότερα για τη διαδικασία. Προφανώς, οι φτωχές γυναίκες τιμωρούνται περισσότερο από αυτούς τους περιορισμούς.
Το Roe v Wade στο στόχαστρο
Το Roe v Wade βρίσκεται σήμερα στο στόχαστρο γιατί η Πολιτεία του Μισισίπι ζητά την ανατροπή του. Η ακρόαση της υπόθεσης έγινε στο Ανώτατο Δικαστήριο τον περασμένο Δεκέμβριο.
Ένα έγγραφο, που διέρρευσε από το Politico, υποδηλώνει ότι το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας είναι έτοιμο να ανατρέψει την απόφαση του 1973 που νομιμοποίησε τις αμβλώσεις σε εθνικό επίπεδο.
Σε περίπτωση που το δικαστήριο καταργήσει την απόφαση Roe κατά Wade, θα επιτραπεί σε μεμονωμένες Πολιτείες να απαγορεύσουν τις αμβλώσεις εάν το επιθυμούν, καθώς 22 από αυτές έχουν ήδη σχετικές διατάξεις. Η απόφαση αναμένεται τέλη Ιουνίου ή αρχές Ιουλίου.
Τι ισχύει στην Ευρώπη;
Στην δική μας πλευρά του Ατλαντικού, μόνο έξι ευρωπαϊκές χώρες διατηρούν εξαιρετικά περιοριστικά νόμους για τις αμβλώσεις.
Στην Ανδόρα, στη Μάλτα και στον Άγιο Μαρίνο δεν επιτρέπεται καθόλου η άμβλωση.
Οι Λιχτενστάιν, Μονακό και Πολωνία την επιτρέπουν μόνο όταν κινδυνεύει η ζωή μιας γυναίκας, η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα σεξουαλικής επίθεσης ή ανιχνεύεται μια σοβαρή εμβρυϊκή ανωμαλία.
Αν είσαι βέβαια κάτοικος της Ανδόρας ή του Λιχτενστάιν, οδηγείς 10 χλμ. και βρίσκεσαι σε κλινική που δεν υπόκειται σε αυτούς του περιορισμούς, οπότε το θέμα είναι πιο πολύ διαδικαστικό παρά πρακτικό. Αυτό όμως δεν είναι τόσο εύκολο για τους κατοίκους της Πολωνίας ή της Μάλτας και εκεί σίγουρα εν έτει 2022 αποτελεί ένα απαράδεκτο περιορισμό.
Επιχειρήματα κάθε πλευράς στις ΗΠΑ
Να ξεκαθαρίσουμε κάτι σε αυτό το σημείο: Κανείς δεν διατείνεται ότι η άμβλωση αποτελεί καλή πρακτική. Ο περιορισμός τους όμως δεν μπορεί να γίνει με απαγορεύσεις αλλά με στήριξη και διαπαιδαγώγηση.
Είναι γνωστά τα επιχειρήματα όσων εναντιώνονται στις εκτρώσεις και κάποια παρατίθενται ακολούθως:
Αν η ζωή αρχίζει από τη σύλληψη, η άμβλωση είναι παρόμοια με τη δολοφονία.
Η υιοθεσία είναι μια βιώσιμη εναλλακτική λύση έναντι της άμβλωσης.
Μια άμβλωση μπορεί να οδηγήσει σε ιατρικές επιπλοκές αργότερα στη ζωή.
Σε περίπτωση βιασμού και αιμομιξίας, η άμβλωση τιμωρεί το αγέννητο παιδί που δεν διέπραξε κανένα έγκλημα. Αντίθετα, ο δράστης πρέπει να τιμωρηθεί.
Η έκτρωση δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως άλλη μορφή αντισύλληψης.
Πολλοί Αμερικανοί που πληρώνουν φόρους αντιτίθενται στην άμβλωση, επομένως είναι ηθικά λάθος να χρησιμοποιούμε χρήματα φορολογούμενων για τη χρηματοδότηση της έκτρωσης.
Εκείνοι που επιλέγουν τις αμβλώσεις είναι συχνά ανήλικοι ή νεαρές γυναίκες με ανεπαρκή εμπειρία ζωής για να κατανοήσουν πλήρως τι κάνουν.
Η έκτρωση συχνά προκαλεί έντονο ψυχολογικό πόνο και άγχος.
Επιχειρήματα που βασίζονται σε θρησκευτικές πτυχές ή στην δήθεν καταπολέμηση της υπογεννητικότητας (όπως κάποια κόμματα ευαγγελίζονται) δεν θεωρώ καν ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη καθώς είναι ασυσχέτιστα με το θέμα.
Είναι επίσης γνωστά τα επιχειρήματα υπέρ της απελευθέρωσης, αντισταθμίζοντας τρόπον τινά τα ανωτέρω:
Σχεδόν όλες οι αμβλώσεις πραγματοποιούνται στο πρώτο τρίμηνο. Ως εκ τούτου, το έμβρυο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ξεχωριστή οντότητα καθώς δεν μπορεί να υπάρξει έξω από τη μήτρα της.
Η έννοια της προσωπικότητας είναι διαφορετική από την έννοια της ανθρώπινης ζωής. Η ανθρώπινη ζωή συμβαίνει κατά τη σύλληψη, αλλά τα γονιμοποιημένα αυγά που χρησιμοποιούνται για τη γονιμοποίηση in vitro είναι επίσης ανθρώπινες ζωές και εκείνα που δεν έχουν εμφυτευθεί απορρίπτονται. Είναι αυτή δολοφονία, και αν όχι, τότε πώς είναι δολοφονία η άμβλωση;
Η υιοθεσία δεν αποτελεί εναλλακτική λύση για τις αμβλώσεις, διότι παραμένει η επιλογή της γυναίκας εάν πρέπει ή όχι να δώσει το παιδί της για υιοθεσία.
Η έκτρωση είναι ασφαλής ιατρική διαδικασία. Η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών (88%) που υποβάλλονται σε άμβλωση το κάνουν στο πρώτο τρίμηνο. Οι ιατρικές αμβλώσεις έχουν λιγότερο από 0,5% κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών και δεν επηρεάζουν την υγεία της γυναίκας ή την ικανότητα της να τεκνοποιήσει μελλοντικά.
Στην περίπτωση του βιασμού ή της αιμομιξίας, αναγκάζοντας μια γυναίκα που έμεινε έγκυος από αυτή τη βίαιη πράξη να κυοφορήσει, μπορεί να προκαλέσει περαιτέρω ψυχολογική βλάβη στο θύμα.
Η εγκυμοσύνη μπορεί να συμβεί ακόμη και με υπεύθυνη χρήση αντισύλληψης. Μόνο το 8% των γυναικών που κάνουν αμβλώσεις δεν χρησιμοποιούν καμία μορφή ελέγχου των γεννήσεων.
Η ικανότητα μιας γυναίκας να έχει τον έλεγχο του σώματός της είναι κρίσιμη αναφορικά με τα πολιτικά δικαιώματα.
Τα χρήματα των φορολογουμένων χρησιμοποιούνται για να επιτρέψουν στις φτωχές γυναίκες να έχουν πρόσβαση στις ίδιες ιατρικές υπηρεσίες με τις πλούσιες γυναίκες και η έκτρωση είναι μία από αυτές τις υπηρεσίες.
Οι έφηβες που γίνονται μητέρες έχουν ζοφερές προοπτικές για το μέλλον.
Επίλογος
Η συζήτηση για τις αμβλώσεις στις ΗΠΑ συντηρείται δεκαετίες από μια μερίδα φανατισμένων ή εχόντων μικροπολιτικές σκοπιμότητες, οι οποίοι επιχειρούν την δική τους οπτική για το θέμα να την επιβάλλουν σε όλον τον πληθυσμό.
Τα ανωτέρω συνοψίζονται σε ένα περιστατικό από τα φοιτητικά μου χρόνια στη χώρα:
Δεκαετία του ‘90 στην Ουάσιγκτον, συμφοιτητής μου άφησε έγκυο την φιλενάδα του. Η κοπέλα πήγε σε κλινική να προχωρήσει σε άμβλωση (χωρίς ο αχαρακτήριστος που συμμετείχε στην σύλληψη να την συνοδεύσει) και έπεσε πάνω σε διαμαρτυρία των anti abortionists έξω από την κλινική. Όπως συνηθίζεται (όταν ο όχλος έχει ισχυρή άποψη για τον περιορισμό των δικαιωμάτων των άλλων) η ίδια στοχοποιήθηκε και ξυλοκοπήθηκε λόγω της πρόθεσής της.
Τί κατάλαβαν; Η κοπέλα αφού συνήλθε μετά την κακοποίηση που υπέστη, λες και δεν της έφτανε η ψυχολογική της κατάσταση, προχώρησε τελικά στην επέμβαση σε άλλη μέρα και χώρο. Όταν μια γυναίκα είναι αποφασισμένη να προχωρήσει στην έκτρωση θα το κάνει, ασχέτως με ποια νομική περικοκλάδα ή απειλή βίας θα επιχειρήσουν να την αποτρέψουν.
Εν τέλει, δεν έχει καμία σημασία πόσα επιχειρήματα θα προτάξει ή νομικούς περιορισμούς θα θέσει κανείς, δεν έχει καμία σημασία η ηθική διάσταση που θα προτάξει κανείς, δεν έχει καμία σημασία η άποψή μας για το πότε μια ζωή θεωρείται ότι υφίσταται, δεν έχει καμία σημασία η άποψη τρίτων, αυτό που έχει σημασία είναι ότι κανείς δεν μπορεί να υποχρεώσει μια γυναίκα να ολοκληρώσει τη διαδικασία της κυοφορίας αν δεν το επιθυμεί.
Μας αρέσει, δεν μας αρέσει αυτή είναι η φύση. Η γυναίκα κυοφορεί και σε αυτή – και μόνο σε αυτή – ανήκει η τελική απόφαση. Εάν επιθυμεί να προχωρήσει σε έκτρωση το κράτος πρέπει να τη στηρίξει με τις υποδομές του και το νομικό πλαίσιο. Οι πάσης φύσεως απαγορεύσεις απλώς θα δυσχεράνουν τη ζωή των φτωχότερων στρωμάτων και θα θέσουν σε κίνδυνο την υγεία των γυναικών που θα επιχειρήσουν με κάθε μέσο, ιατρικό ή παραϊατρικό, να τερματίσουν την κύηση.
Ναι στην ενημέρωση, όχι στην απαγόρευση. Είναι ο μόνος τρόπος να διατηρηθεί στατιστικά χαμηλότερος ο αριθμός των εκτρώσεων (να μηδενιστεί δεν μπορεί να συμβεί ποτέ) και να προστατευθούν η υγεία και τα δικαιώματα των γυναικών.
Καιρός να το κατανοήσουν το Τέξας, το Μισισίπι, η Μάλτα, η Πολωνία και όποιος άλλος.
Πηγή: marketnews.gr
(Μέρος Α: Τα λάθη των Ουκρανών)
Σχέσεις υποτέλειας, “προστασίας” και μίσους ανάμεσα σε «αδελφά έθνη»
Με τον πρόσφατο θάνατο του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας Χρήστου Σαρτζετάκη θυμηθήκαμε όλοι τον χαρακτηρισμό της Ελλάδας από μέρους του ως «ανάδελφου έθνους».
Η Ελλάδα είναι πράγματι «ανάδελφο έθνος» με την αυστηρή έννοια του όρου «έθνος». Η χρήση όμως του όρου από τον Σαρτζετάκη είχε γίνει αφορμή αρκετών σκωπτικών σχολίων.
Τώρα καταλαβαίνουμε γιατί:
Ίσως να είναι καλύτερα να είναι ένα έθνος «ανάδελφο» από το να έχει ένα «μεγάλο αδελφό» (περίπου κατά την έννοια του George Orwell στο «1984»), που να το ποδηγετεί και να του επιβάλλεται στον αιώνα τον άπαντα.
… …
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Ρωσία και η Ουκρανία είναι «αδελφά έθνη» με κοινή καταγωγή. Σημειωτέον ότι οι πρόγονοι των σημερινών Ουκρανών, αλλά και των Ρώσων και Λευκορώσων ονομάζονταν συλλογικά «Ρως» από τους Βυζαντινούς. Επίσης είναι αλήθεια ότι η πρώτη πρωτεύουσα του «Βασιλείου των Ρως» υπήρξε το Κίεβο.
Το πώς στη συνέχεια διαφοροποιήθηκαν το πώς και γιατί οι Ρώσοι κατέστησαν το ισχυρότερο έθνος από τα τρία δεν είναι του παρόντος.
Γεγονός όμως είναι ότι από ένα σημείο και μετά οι (ήδη διαφοροποιημένοι και με δική τους εθνική συνείδηση) Ουκρανοί αισθάνονταν υποτελείς στους «αδελφούς» Ρώσους τόσο κατά τους δύο τελευταίους αιώνες της τσαρικής μεγάλης Ρωσικής Αυτοκρατορίας, όσο και κατά τον εικοστό αιώνα επί Σοβιετικής Ενώσεως.
Αυτό όμως δεν σήμαινε ότι οι Ρώσοι τους φέρονταν με υπεροψία ούτε εμπόδισε πολιτικούς που κατάγονταν από την Ουκρανία να αποκτήσουν ηγετικές θέσεις στη Σοβιετική Ένωση, όπως π.χ. ο Μπρέζνιεφ, ο Τσερνιένκο, ή ο Γκορμπατσώφ (Ουκρανός κατά το ήμισυ).
Ας μη ξεχνάμε άλλωστε ότι ο Στάλιν ήταν Γεωργιανός, ενώ ο διάδοχός του Χρουστσώφ είχε μεγαλώσει στην Ουκρανία, της οποίας διετέλεσε διοικητής επί πολλά έτη και της είχε τόση αγάπη ώστε να της παραχωρίσει την κατοικούμενη από πλειοψηφία Ρώσων χερσόνησο της Κριμαίας λίγο μετά την εκλογή του ως ΓΓ του ΚΚ της ΕΣΣΔ το 1954.
Κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί και κατά την δημιουργία της ΕΣΣΔ το 1922 από την ένωση σε ένα κράτος τεσσέρων επιμέρους «σοσιαλιστικών δημοκρατιών» : Ρωσικής (ομοσπονδιακής), υπερκαυκάσιας (ομοσπονδιακής), ουκρανικής και λευκορωσικής. Τότε με πρωτοβουλία του τότε κομμουνιστή ηγέτη Λένιν, είχαν παραχωρηθεί εδάφη στην «σοσιαλιστική δημοκρατία της Ουκρανίας» (τα οποία τώρα αποτελούν το ανατολικό τμήμα της Ουκρανίας) μολονότι αυτά είχαν μικτό (ουκρανικό και ρωσικό) πληθυσμό.
Μια περαιτέρω απόδειξη ότι οι (Ρώσοι στην πλειοψηφία τους) Σοβιετικοί θεωρούσαν την Ουκρανία ισότιμη με τη Ρωσία ήταν ότι το μισό από το πανίσχυρο πυρηνικό τους οπλοστάσιο ήταν εγκατεστημένο στην Ουκρανία.
Με τη κατάρρευση της ΕΣΣΔ στις αρχές της δεκαετίας του 90 κατέστη (επιτέλους!) η Ουκρανία ανεξάρτητο κράτος και θα έλεγε κανείς ότι τα όποια προβλήματα ανάμεσα στους «αδελφούς» λαούς μπαίνουν σε φάση εξομάλυνσης.
Όμως όχι! …
Σιγά – σιγά αλλά σταθερά, οι σχέσεις Ρωσίας και Ουκρανίας επιδεινώθηκαν με πρώτο αποκορύφωμα τα γεγονότα του 2014 και δεύτερο αποκορύφωμα το τωρινό.
Σχετικές διευκρινίσεις και λεπτομέρειες στα επόμενα κεφάλαια.
Σε ένα εκτενέστατο άρθρο – μίνι μονογραφία, που φέρει την υπογραφή του ίδιου του Βλαντιμίρ Πούτιν και δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 2021, ο Ρώσος πρόεδρος κατηγορεί τη Δύση ότι ευθύνεται τα μέγιστα για το αντι-ρωσικό μέτωπο που έχει επικρατήσει (εντελώς άδικα κατά τη γνώμη του) σε ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της σημερινής Ουκρανίας, που έχει οδηγήσει στο να ταυτίζεται η έννοια του «πατριώτη» Ουκρανού με αυτή του «αντι-Ρώσου».
Ο ίδιος τελειώνει την μακροσκελή εξιστόρησή του γράφοντας:
– Μπορεί πολλοί Ουκρανοί να είναι σήμερα «αντι-Ρώσοι», αλλά εμείς οι Ρώσοι δεν πρόκειται ποτέ να γίνουμε «αντι-Ουκρανοί».
Μόνο που όταν έγραφε τα παραπάνω, είχε προφανώς ήδη σχεδιάσει αυτό που θα έκανε μερικούς μήνες αργότερα…
… … …
… …
…
Φιλο-Ρώσοι και αντι-Ρώσοι πολίτες και πολιτικοί
Από αυτά που γνωρίζουμε πολύ καλά πλέον, αλλά και από αυτά που ήδη εκτέθηκαν παραπάνω, είναι προφανές ότι η Ουκρανία είναι μία χώρα με μικτό πληθυσμό: Μία πλειοψηφία Ουκρανών και μια μειοψηφία πολιτών που έχουν ως μητρική γλώσσα την ρωσική.
Οι ρωσόφωνοι κατοικούν (όπως είναι άλλωστε φυσικό) κυρίως στις περιοχές που συνορεύουν με τη Ρωσία, δηλαδή στις ανατολικές, βορειο-ανατολικές και νοτιο-ανατολικές περιοχές της χώρας.
Όσο η Ουκρανία παρέμενε απλά μία περιοχή της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία, μολονότι τυπικά ήταν ένωση επιμέρους «σοσιαλιστικών δημοκρατιών», ήταν στην ουσία κράτος απολύτως συγκεντρωτικό και επιπλέον εξόχως αυταρχικό, η ύπαρξη αυτών των γλωσσικών ή/και εθνοτικών διαφορών δεν είχε σχεδόν καμία σημασία:
Όλοι τους αισθάνονταν πολίτες ενός κράτους, το οποίο ήταν εξαρχής πολυεθνικό με πλήθος γλωσσών να ομιλούνται και να διδάσκονται, αλλά με υποχρέωση όλων να χρησιμοποιούν τη ρωσική γλώσσα για να μπορούν να συνεννοούνται μεταξύ τους και με τον έξω κόσμο.
Επίσης όλοι αισθάνονταν την καταπίεση του κομμουνιστικού καθεστώτος, καθώς και την οικονομική στενότητα και δυσπραγία, που εκ των πραγμάτων ήσαν υποχρεωμένοι να υφίστανται.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι επιμέρους εθνολογικές και γλωσσικές διαφορές ήταν φυσικό να έχουν δευτερεύουσα ή και καμία σημασία.
Όμως, μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ το 1990 και τη δημιουργία 14 ανεξάρτητων κρατών, όλα τα εθνολογικά προβλήματα αναδύθηκαν ξαφνικά εκεί που υπήρχε μικτός πληθυσμός και κατεξοχήν στην Ουκρανία.
Στην κεντρική και δυτική Ουκρανία λοιπόν και για λόγους που αναφέρονται ακροθιγώς στο προηγούμενο κεφάλαιο, ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού ταυτίζει (δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα) την έννοια του πατριωτισμού με αυτήν του «αντι-Ρώσου».
Όμως, στην ανατολική Ουκρανία που καταλαμβάνει περίπου τα 2/5 της συνολικής έκτασης, ήταν ανέκαθεν περισσότερο εκβιομηχανισμένη και πυκνοκατοικημένη από την υπόλοιπη χώρα και έχει πολύ πλουσιότερο υπέδαφος, υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό πολιτών (από 40% έως 90%) που έχουν ως μητρική γλώσσα τη ρωσική, εκ των οποίων περίπου οι μισοί αισθάνονται και δηλώνουν «εθνολογικά Ρώσοι» ήδη από το 2001 (βλ. Χάρτη 1 και Χάρτη 2). Ανεξάρτητα όμως από αυτό τον εθνικό αυτοπροσδιορισμό, είναι φυσικό όλοι οι ρωσόφωνοι κάτοικοι να αισθάνονται και «φιλο-Ρώσοι», τουλάχιστον μέχρι να ξεκινήσει η ρωσική εισβολή.
Ο διχασμός των πολιτών της Ουκρανίας σε «φιλο-Ρώσους» και «αντι-Ρώσους» υπήρχε από την αρχή της ιστορίας της ως ανεξάρτητου κράτους και έθετε μεγάλα εμπόδια στη δημιουργία μιας κοινής εθνικής συνείδησης και στην ευόδωση μιας εθνικής προσπάθειας για από κοινού αντιμετώπιση ουσιαστικών και ζωτικών προβλημάτων για οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική πρόοδο.
Συνακόλουθα, οι πολιτικοί που ανελάμβαναν τις ευθύνες διακυβέρνησης της χώρας θα έπρεπε να εργαστούν συνειδητά και συστηματικά για να αμβλυνθούν οι διαφορές ανάμεσα στις δύο πληθυσμιακές ομάδες, να ενισχυθούν τα στοιχεία που τις ενώνουν και τελικά ο εθνολογικός – γλωσσικός διχασμός να εξασθενήσει μέχρι το σημείο στο οποίο να μην παίζει πλέον κανένα ρόλο στην πολιτική ζωή και την καθημερινότητα των πολιτών.
Αντί για αυτό όμως, οι Ουκρανοί πολιτικοί χωρίστηκαν επίσης σε «φιλο-Ρώσους» και «αντι-Ρώσους» και βασίζονταν στη στήριξη των αντιστοίχων πληθυσμιακών ομάδων, που αποτελούσαν την εκλογική τους πελατεία για την πολιτική τους εξέλιξη και επιβίωση.
Έτσι, είχαμε κατά σειρά ως προέδρους της Ουκρανίας τον ουδέτερο και μάλλον αντι-ρώσο Leonid Kravchuk (5/12/1991- 19/7/1994), τον φιλο-ρώσο Leonid Kuchma (19/7/1994 – 23/1/2005), τον φανατικό αντι-ρώσο Viktor Yushchenko (23/1/2005 – 25/2/2010), τον φανατικό φιλο-ρώσο Viktor Yanukovych (25/2/2010 – 23/2/2014) και τον φανατικό αντι-ρώσο Petro Poroshenko (25/5/2014 – 21/4/2019).
Ο πρώτος και ο μόνος που εξελέγη πρόεδρος με κύριο σύνθημα την εθνική ομοψυχία και την υπέρβαση των διαφορών υπήρξε ο σημερινός πρόεδρος Volodymyr Zelenskyy, που βρέθηκε στην τραγική θέση να συμβούν επί της προεδρίας του (και από δικά του λάθη προφανώς) τα ακριβώς αντίθετα από όσα πίστευε, είχε υποσχεθεί και επεδίωκε.
… … …
Εδώ οφείλουμε να διευκρινίσουμε περαιτέρω ότι οι ρωσόφωνοι της Ουκρανίας δεν αποτελούν ένα ομοιογενές σύνολο, αλλά θα μπορούσαμε να τους χωρίσουμε σε διάφορες επιμέρους ομάδες:
Α) Αισθάνονται Ρώσοι και το δηλώνουν. Μεταξύ αυτών:
Α1) Θα προτιμούσαν η πατρίδα τους να είναι η Ρωσία και όχι η Ουκρανία. Κατά συνέπεια θα εύχονταν οι περιοχές, στις οποίες γεννήθηκαν και κατοικούν να προσαρτηθούν από τη (γειτονική) Ρωσία.
Α2) Προτιμούν η πατρίδα τους να παραμείνει η Ουκρανία και μια προσάρτηση από τη Ρωσία θα τους εύρισκε αντίθετους.
Α3) Δεν τους ενδιαφέρει σε ποιο κράτος θα υπάγεται η γενέτειρά τους.
Β) Αισθάνονται Ρώσοι, αλλά προτιμούν να δηλώνουν Ουκρανοί γιατί έτσι βρίσκονται σε καλύτερη αρμονία με τους υπόλοιπους Ουκρανούς και ζουν πιο ήσυχα και ήρεμα.
Γ) Αισθάνονται Ουκρανοί παρά το γεγονός ότι η μητρική τους γλώσσα είναι η ρωσική. Θα μπορούσε φυσικά κάποιος να τους κατατάξει στους «ρωσόφιλους», αν δεν είχε συμβεί η επίθεση, ο πόλεμος, οι καταστροφές, οι θάνατοι και οι θηριωδίες από τους Ρώσους εισβολείς, όχι όμως μετά από την εισβολή και τις καταστροφές που αυτή επέφερε.
Μια χαρακτηριστική περίπτωση αυτής της κατηγορίας είναι ο τωρινός πρόεδρος τους Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Οι παραπάνω ομαδοποιήσεις μπορούν να είναι ακριβείς μέχρις ενός σημείου, που αφορά είτε την μητρική γλώσσα, είτε στο τι δηλώνει κάθε πολίτης σχετικά με το έθνος στο οποίο ανήκει.
Πέραν αυτού, το μόνο ακριβές στοιχείο είναι το τί ψήφισαν οι Ουκρανοί στις διάφορες προεδρικές εκλογές, όταν σ’ αυτές είχαν τεθεί αντιμέτωποι στον δεύτερο γύρο ένας «φιλορώσος» και ένας «αντιρώσος» υποψήφιος. Σ’ αυτές βλέπει κανείς ότι στις περιοχές όπου επικρατούσαν ως ποσοστό οι ρωσόφωνοι υπήρχε σαφέστατη υπεροχή του εκάστοτε φιλορώσου υποψηφίου προέδρου (χάρτης 3, χάρτες 4) με ό,τι συμπεράσματα μπορεί να εξαγάγει κανείς από αυτό.
Τα τραγικά λάθη των Ουκρανών πολιτικών
Όταν καλείσαι να κυβερνήσεις μια χώρα που βρίσκεται κάτω από ειδικές συνθήκες, είναι αυτονόητο ότι το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να αναγνωρίσεις τις ειδικές συνθήκες και να προσαρμόσεις την πολιτική σου σ’ αυτές αντί να ακολουθείς τις δικές σου προσωπικές επιθυμίες και παρορμήσεις.
Οι «ειδικές συνθήκες» που επικρατούσαν στην Ουκρανία από τότε που κατέστη ανεξάρτητο κράτος είναι οι εξής:
Α) Το μεγάλο ποσοστό ρωσόφωνων κατοίκων στο ανατολικό τμήμα της χώρας και ο συνακόλουθος διχασμός σε «φιλο-ρώσους» και «αντι-ρώσους», όπως εκτέθηκε παραπάνω.
Β) Η ιδιόρρυθμη κατάσταση στη χερσόνησο της Κριμαίας, στην οποία οι (κατά δήλωσιν) Ρώσοι ήσαν 2,5 φορές περισσότεροι από τους Ουκρανούς, ήδη από το 1989 και το 2001 (60% έναντι 24%). Μετά την προσάρτηση της περιοχής από τους Ρώσους το 2014 δηλώθηκαν 4 φορές περισσότεροι (68% προς 16%).
Γ) Η άμεση γειτνίαση και το κοινό παρελθόν με τη Ρωσία, μια χώρα με πολλές μοναδικές ιδιότητες (δεν είναι του παρόντος να τις αναλύσουμε), από τις οποίες ξεχωρίζουμε δύο:
Γ1) Το «αυτοκρατορικό» της παρελθόν (είτε ως τσαρικής αυτοκρατορίας, είτε ως ισχυρότερης συνιστώσας της Σοβιετικής Ένωσης) με πολλές άλλες χώρες και εθνότητες ουσιαστικά υποτελείς.
Γ2) Το απολυταρχικό σύστημα διακυβέρνησής της, με τους εκάστοτε ηγέτες της (και ειδικότερα με τον Πούτιν) να αντλούν δύναμη και «νομιμοποίηση» ως υποτιθέμενοι «εγγυητές» της ρωσικής ισχύος, λόγω της οποίας «όλοι θα πρέπει να της οφείλουν σεβασμό», που μπορεί να φθάνει έως την πλήρη υποτέλεια, αν πρόκειται για γειτονικές χώρες που ανήκαν παλαιότερα στη Σοβιετική Ένωση.
… … …
Με τα παραπάνω (και όσα εκτέθηκαν σε προηγούμενα κεφάλαια) ως δεδομένα, ποια θα έπρεπε να είναι η εθνική πολιτική της Ουκρανίας σε ό,τι αφορά τόσο τα εσωτερικά της ζητήματα όσο και τις εξωτερικές της σχέσεις και συμμαχίες;
(1) Ως προς το βασικό αίτημα της ειρηνικής και εποικοδομητικής συνύπαρξης των δύο βασικών εθνοτήτων της (ουκρανικής και ρωσόφωνης) θα έπρεπε να επιδιωχθεί:
1α) Οι Ουκρανοί να πάψουν να είναι «αντι-Ρώσοι». Για να γίνει αυτό η Ουκρανία θα έπρεπε να έχει διασφαλίσει τις καλύτερες δυνατές σχέσεις με τη Ρωσία έτσι ώστε να βλέπουν οι Ουκρανοί ότι η ύπαρξη της Ρωσίας ως ισχυρής γειτονικής χώρας δεν εγκυμονεί κινδύνους, αλλά αντίθετα παράγει οφέλη για τους ίδιους.
1β) Οι ρωσόφωνοι να αισθάνονται ισότιμοι με τους άλλους συμπολίτες και να νιώθουν την Ουκρανία «σπίτι τους». Για να επιτευχθεί αυτό, απαραίτητη προϋπόθεση θα ήταν να θεωρείται η ρωσική ως δεύτερη επίσημη γλώσσα του κράτους, τουλάχιστον στις περιοχές όπου ομιλείται σε μεγάλο ποσοστό και επιπλέον να μην υπάρχει κανένα κώλυμα να καταλαμβάνουν οι ρωσόφωνοι δημόσιες θέσεις και αξιώματα τόσο επίπεδο περιφερειών όσο και σε εθνικό επίπεδο.
(2) Ως προς την εξωτερική πολιτική της Ουκρανίας, επισημαίνονται τα εξής:
2α) Η επιθυμία της πλειοψηφίας των Ουκρανών πολιτών (μεταξύ των οποίων και αρκετών ρωσόφωνων) για στενότερες σχέσεις με τη «δυτική» Ευρώπη, που θα έφθανε μέχρι την πλήρη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι εύλογη, απολύτως κατανοητή και θα έπρεπε να γίνει σεβαστή, παρά τις όποιες αντιδράσεις της ‘φίλης’ Ρωσίας. Πέραν αυτού, ένα τέτοιο αίτημα προς την ΕΕ θα είχε όλα τα στοιχεία ώστε να γίνει αποδεκτό, με δεδομένο το δημοκρατικό καθεστώς της Ουκρανίας και τις τεράστιες οικονομικές της δυνατότητες.
2β) Η ένταξη στο ΝΑΤΟ όμως αποτελεί ένα άλλο ζήτημα και δεν θα έπρεπε ποτέ να αποτελέσει επίσημη επιδίωξη. Πρώτον γιατί δεν θα είχε να προσφέρει κανένα οικονομικό πλεονέκτημα στην Ουκρανία, δεύτερον γιατί δεν είχε πολλές πιθανότητες να γίνει δεκτό (το καταστατικό του ΝΑΤΟ δεν ενθαρρύνει εντάξεις χωρών με μειονοτικά προβλήματα). Τρίτον και κυριότερο: Θα κατέστρεφε εντελώς τις σχέσεις της με τη Ρωσία, οι οποίες, όπως προαναφέραμε, θα έπρεπε να επιδιώκεται κατά προτεραιότητα να είναι οι καλύτερες δυνατές.
… … …
Σύμφωνα με τα παραπάνω, η προφανώς σωστή και εθνικά επωφελής για την Ουκρανία εξωτερική πολιτική θα ήταν: Αφενός μεν η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αφετέρου δε οι στενές οικονομικές, πολιτικές και πολιτιστικές σχέσεις με τη Ρωσία με παράλληλη διακήρυξη «ουδετερότητας» που θα συνοδευόταν από κατηγορηματική δήλωση (ενταγμένη στο σύνταγμα της χώρας) ότι δεν επιθυμεί ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Αν είχαν συμβεί αυτά και συγχρόνως είχαν εξασφαλισθεί όλα τα δικαιώματα των ρωσόφωνων, η Ουκρανία θα απολάμβανε ειδικής προνομιακής μεταχείρισης και από τις δύο πλευρές, τόσο από τους δυτικούς της εταίρους όσο από την «αδελφή» Ρωσία, αποτελώντας έτσι μια «γέφυρα» μέσω της οποίες οι δύο αυτές αντίρροπες δυνάμεις θα μπορούσαν να επικοινωνούν και να συνεννοούνται καλύτερα, με ό,τι καλό αποτέλεσμα θα μπορούσε να προκύψει από αυτό.
… …
Οι πρώτοι δύο πρόεδροι της Ουκρανίας Kravchuk και Kuchma φαίνεται ότι είχαν κατανοήσει τις παραπάνω αρχές και συμπεριφέρονταν ανάλογα.
O Κράβτσουκ πρωτοστάτησε στην ανεξαρτητοποίηση της χώρας, θέτοντας παράλληλα τις βάσεις για εκδημοκρατισμό και πολυκομματικό σύστημα. Δυστυχώς δεν κατάφερε (ή δεν επεδίωξε) να εμποδίσει την νεοσύστατη κάστα των ολιγαρχών του πλούτου να εγκαινιάσει ένα καθεστώς προνομίων και διαφθοράς, με το οποίο ευχαρίστως συνυπήρχε. Παράλληλα, δεν προώθησε στο ελάχιστο τα εθνικά ζητήματα επιλέγοντας τον ρόλο του εξισορροπιστή και ευχάριστου συνομιλητή με όλους.
Ο Κούτσμα που τον νίκησε (με τη βοήθεια κυρίως των ρωσόφωνων) και τον διαδέχθηκε, φρόντισε φυσικά να έχει καλές σχέσεις με τη Ρωσία. Παράλληλα όμως ξεκίνησε μια διαδικασία ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι χαρακτηριστικό ότι με τις κινήσεις του αυτές κέρδισε την αποδοχή πολλών από αυτούς που δεν τον είχαν ψηφίσει και έτσι επανεξελέγη πρόεδρος. Στη συνέχεια όμως, βρέθηκε μπλεγμένος σε σκάνδαλα διαφθοράς, έγινε πιο απολυταρχικός (κατηγορήθηκε και για συμμετοχή σε πολιτική δολοφονία δημοσιογράφου) και εξαναγκάσθηκε να αποσυρθεί από την διεκδίκηση μιας επόμενης θητείας, αφήνοντας το πεδίο για τον επίσης φιλορώσο πρωθυπουργό του Yanukovych. Αυτός πλειοψήφησε στις επόμενες εκλογές, αλλά με νοθεία, όπως καταγγέλθηκε από μερίδα εξεγερμένων οπαδών («πορτοκαλί επανάσταση») και έγινε αποδεκτή από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας. Έτσι επαναλήφθηκε ο 2ος γύρος των εκλογών, τις οποίες τελικά έχασε.
Ο επόμενος πρόεδρος Yushchenko ήταν αντι-ρώσος και έγινε θύμα δηλητηρίασης με τοξική ουσία (… αν σας θυμίζει κάτι αυτό…) από την οποία όμως επιβίωσε. Στη συνέχεια επιδίωξε όχι μόνο την ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, αλλά και στο ΝΑΤΟ, ενώ κατάργησε την ρωσική ως δεύτερη επίσημη γλώσσα του κράτους. Παράλληλα, διακήρυττε ότι «επιδιώκει καλές σχέσεις με τη Ρωσία»… Το πώς συμβιβάζονταν όλα αυτά μόνο ο ίδιος το ήξερε. Γεγονός είναι ότι απέτυχε σε όλα όσα επιχείρησε με αποτέλεσμα να καταβαραθρωθεί στις επόμενες εκλογές, οι οποίες ανέδειξαν νικητή τον Γιανουκόβιτς, τίμια αυτή τη φορά. Πριν παραδώσει την εξουσία, απένειμε μετά θάνατον τον τίτλο του «ήρωα της Ουκρανίας» στον αρχιναζιστή εγκληματία πολέμου Στεπάν Μπαντέρα, κάτι που ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών ακόμα και μεταξύ των δυτικών υποστηρικτών του! Τόσο καλά…
Ο Γιανουκόβιτς υπήρξε άθλιος πρόεδρος γιατί επέλεξε να είναι το «καλό παιδί» του Πούτιν. Αποδυνάμωσε τον ουκρανικό στρατό, εγκαινίασε περιστολή των δημοκρατικών ελευθεριών και φυλάκισε την κυριότερη πολιτική του αντίπαλο και πρώην πρωθυπουργό Yulia Tymoshenko. Το μόνο καλό που έκανε υπήρξε ένας νόμος που καθιέρωνε τη διδασκαλία της ρωσικής στα σχολεία ως 2ης επίσημης γλώσσας του κράτους, τουλάχιστον στις περιοχές με πολλούς ρωσόφωνους.
Εκεί όμως που η στάση του υπήρξε όχι απλώς αντιδημοκρατική, αλλά στα όρια της εθνικής προδοσίας ήταν όταν αρνήθηκε (Νοέμβριος 2013) να υπογράψει την επίσημη συμφωνία σύνδεσης της χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση ενδίδοντας στον εκβιασμό (συνοδευόμενο από «δελεαστική αντιπρόταση») του Πούτιν. Επακολούθησε λαϊκή εξέγερση («επανάσταση αξιοπρέπειας», Maidan uprising ή Euromaidan), αιματηρή αλλά αποτυχημένη απόπειρα καταστολής της, φυγή του Γιανουκόβιτς προς τη Ρωσία, καθαίρεσή του από το ουκρανικό κοινοβούλιο (22/2/2014) και … ένοπλη επέμβαση της Ρωσίας με προσάρτηση της Κριμαίας (!), για την οποία η σχετική απόφαση ελήφθη στις 23/2/2014!! Ενδεχομένως, ο τρισάθλιος βυσσοδόμος Πούτιν επεδίωκε αυτό ακριβώς και οι Ουκρανοί φιλο-ευρωπαϊστές να έπεσαν στην παγίδα του, με τον Γιανουκόβιτς σε ρόλο «χρήσιμου ηλίθιου».
Τα γεγονότα που επακολούθησαν το 2014 έως το 2015 με τον αιματηρό εμφύλιο, την μερική απόσχιση του Ντονμπάς και την ταπεινωτική για την Ουκρανία «συνθήκη του Μινσκ» είναι γνωστά. Επισημαίνεται απλώς η εν μέρει υποκατάσταση του ουκρανικού στρατού από το αμφιλεγόμενο λόγω ναζιστικών επιρροών τάγμα Αζόφ, το οποίο σχεδόν μόνο του διατήρησε την Μαριούπολη και άλλες περιοχές υπό ουκρανικό έλεγχο.
Ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας και αμφισβητούμενης ηθικής ακεραιότητας (όπως άλλωστε και οι προηγούμενοι πρόεδροι) Petro Poroshenko (εξελέγη 25/5/2014) αναδιοργάνωσε τον ουκρανικό στρατό και υπέγραψε τη συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ. Όμως έκανε ό,τι χειρότερο μπορούσε για τις σχέσεις με τη Ρωσία, καταργώντας τη ρωσική ως 2η επίσημη γλώσσα του κράτους, ευνοώντας την απόσχιση της ουκρανικής Εκκλησίας από το Πατριαρχείο της Μόσχας και ξεκινώντας επίσημα διαδικασίες για ένταξη στο ΝΑΤΟ, τις οποίες μάλιστα φρόντισε να εντάξει ως υποχρέωση στο νέο Σύνταγμα της χώρας! Αναγνώρισε επίσημα τη δράση του τάγματος Αζόφ, το οποίο και ενέταξε στον ουκρανικό στρατό. Και σα να μην έφτανε αυτό, λίγο πριν λήξει η θητεία του αναγνώρισε επίσημα τη δράση του «Ουκρανικού Λαϊκού Επαναστατικού Στρατού», μιας ακροδεξιάς παραστρατιωτικής οργάνωσης που έδρασε μεταξύ 1941 και 1945 και (μεταξύ άλλων) είχε διαπράξει γενοκτονίες σε πολωνικό και εβραϊκό πληθυσμό, απονέμοντας τίτλους τιμής και οικονομικά βοηθήματα στους ‘βετεράνους’ του.
Όλα αυτά δεν έτυχαν ιδιαίτερης επιδοκιμασίας από τους Ουκρανούς πολίτες, οι οποίοι τον καταψήφισαν στις 21/4/2019 εκλέγοντας τον «Υπηρέτη του Λαού» Βολοντίμιρ Ζελένσκι ως νέο πρόεδρο της χώρας.
Ο Ζελένσκι ξεκίνησε με τις καλύτερες προθέσεις για την αποκατάσταση της εθνικής ενότητας και τη συμφιλίωση με την Ρωσία του Πούτιν, αλλά τελικά έμεινε μόνο σ’ αυτές. Είχε μεν έναν πολυμέτωπο αγώνα κατά της διαφθοράς, της οικονομικής δυσπραγίας και της πανδημίας του κορωνοϊού, πλην όμως θα μπορούσε να προλάβει να εξαγγείλει την κατάργηση του νόμου κατά της ρωσικής γλώσσας του προκατόχου του και την απαλοιφή από το Σύνταγμα της υποχρέωσης για ένταξη στο ΝΑΤΟ, την οποία και θα έπρεπε να αποκηρύξει με μέγιστη σαφήνεια, μιας και γνώριζε ότι το ΝΑΤΟ ήταν «κόκκινο πανί» για τον Πούτιν και τους ρωσόφιλους αυτονομιστές του Ντονμπάς.
Αντίθετα, όταν ο Πούτιν συγκέντρωνε στρατεύματα στα σύνορα της χώρας του, κάλεσε το ΝΑΤΟ «να επιταχύνει την ένταξη» (κάτι ουσιαστικά αδύνατο) για να γλυτώσει από μια επικείμενη ρωσική εισβολή. Με την επιλογή του όμως αυτή, περισσότερο την προκάλεσε παρά την απέτρεψε.
… … …
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι οι Ουκρανοί πολιτικοί στάθηκαν ανάξιοι των περιστάσεων, τις οποίες κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν έχοντας απέναντί τους μια κατά πολύ ισχυρότερη χώρα που κυβερνάται από έναν ανειλικρινή, απρόβλεπτο, μηχανορράφο, ανεξέλεγκτο, αμοραλιστή και αδίστακτο δικτάτορα.
Οι ομολογουμένως δύσκολες και πολύπλοκες αυτές περιστάσεις δεν αποτελούν ωστόσο δικαιολογία για την αποτυχία τους. Ουδείς εξαναγκάζει κάποιον να γίνει πολιτικός ηγέτης μιας χώρας με πολλές δυσκολίες. Όταν όμως το επιλέγει, αναλαμβάνει την υποχρέωση να θέσει στο περιθώριο τις όποιες προσωπικές προτιμήσεις – παρορμήσεις και να κάνει τις αναγκαίες επιλογές – συμπεριλαμβανομένων και των απαραιτήτων συμβιβασμών – για το καλό της χώρας και του συνόλου των πολιτών που τον εμπιστεύθηκαν. Εδώ ταιριάζει πολύ η ομηρική φράση (από την Οδύσσεια): «σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο» (χάθηκαν από τις δικές τους ανοησίες).
Ιδιαίτερη μνεία οφείλεται στο σημερινό πρόεδρο, ο οποίος επιδεικνύει ιδιαίτερο θάρρος, γενναιότητα και πατριωτισμό, τα οποία με ειλικρίνεια και εντιμότητα καταφέρνει να μεταδώσει και στους συμπατριώτες του συγκινώντας σχεδόν όλο τον υπόλοιπο κόσμο.
Ωστόσο ο πατριωτισμός του θα είχε μεγαλύτερο αντίκρισμα αν δεν αφορούσε μόνο την υπεράσπιση της χώρας του από ένα θανάσιμο κίνδυνο, αλλά (κυρίως!) την κατάλληλη πολιτική για πιο έγκαιρη αποτροπή του θανάσιμου αυτού κινδύνου για τη χώρα του.
… … …
… …
Σε επόμενο άρθρο εξετάζονται τα εγκλήματα του Πούτιν και η αμφιλεγόμενη στάση των «δυτικών»
Πηγή: marketnews.gr
Οι εγχώριες εκφάνσεις βίας είναι ένα ζωντανό στοιχείο τής εθνικής μας κουλτούρας από τις στυγνά αιματηρές τοπικιστικές και οικογενειακές βεντέτες, ως τη ζοφερότητα των εμφυλίων συρράξεων που σε λανθάνουσα μορφή συνεχίζουν έως και σήμερα να παράγουν κεφάλαια της εσωτερικής εθνικής μας Ιστορίας.
Ενίοτε συμβαίνουν γεγονότα που το τεράστιο ειδικό τους βάρος τα τροφοδοτεί με δυναμικό να αποτελέσουν ορόσημα και καταλύτες εξελίξεων. Η φρικαλέα δολοφονία τού 19χρονου φιλάθλου στη Θεσσαλονίκη είναι ένα από αυτά. Η αδιάψευστη ωμότητα και σκαιότητα τής πράξης βίας, σε συνδυασμό με την παντελή ανυπαρξία περιεχομένου στα κίνητρα των εκφραστών της (‘’βία επειδή γουστάρω να μισώ’’) είναι τα στοιχεία που τράνταξαν τη συλλογική μας καθημερινότητα καθιστώντας το συγκεκριμένο γεγονός αδύνατον να κουκουλωθεί. Είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις που μοιάζει τελείως απίθανο κάποιος να εκμεταλλευτεί διχαστικά το γεγονός ντύνοντας το με ιδεολογικής χροιάς φιλολογήματα. Ας τολμούσε…
Υπό άλλες κάπως ιδανικές συνθήκες η Πολιτική εξουσία θα άδραχνε την υψηλής φόρτισης συναισθηματική δυναμική που ανέδειξε το τραγικό γεγονός, ως ευκαιρία και ισχυρό εφαλτήριο για να αποτολμήσει μία γενναία θεραπευτική σύγκρουση με τα μεγάλα κυκλώματα τού υπόκοσμου που θρέφει και συντηρεί ο χώρος του ποδοσφαίρου.
Δεν τρέφω αυταπάτες ότι η Κυβέρνηση θα κάνει ουσιαστικές τομές και ότι δεν θα περιοριστεί απλώς σε λίγες, κυρίως προσχηματικές και επικοινωνιακές, κινήσεις. Για έναν σημαντικό λόγο, ο οποίος παράλληλα περιλαμβάνει και επεξηγεί όλους τους υπόλοιπους: Διότι δεν έχει κανένα έτοιμο επεξεργασμένο σχέδιο για κάτι τέτοιο ώστε να το θέσει άμεσα σε εφαρμογή.
Δεν έχει σχέδιο, όχι επειδή δεν το σκέφτηκε ή δεν το έκρινε αναγκαίο, αλλά επειδή ήξερε (όπως εξάλλου και ΟΛΕΣ οι παρελθούσες κυβερνήσεις) ότι… δεν θα το χρειαζόταν. Διότι το πολιτικό κόστος και η άμεση πολιτική φθορά να τα βάλεις με αυτό το ισχυρό σκοτεινό λόμπυ είναι δυσβάσταχτα, οπότε η γενική στρατηγική υπακούει στο πάγιο νεοελληνικό δόγμα: ‘’Σιγά να μην αυτοκτονήσουμε πολιτικά για να βγάλουμε εμείς το φίδι από την τρύπα’’.
Αυτό συμβαίνει όχι επειδή είχαμε την ατυχή συγκυρία να έχουμε σήμερα την κακή κυβερνητική εκδοχή ενώ παραδίπλα αντιπολιτεύονται οι… καλές εκδοχές (γέλια…), αλλά επειδή το ύψος τού πήχη τής φιλοπάτριδος αξιοσύνης στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα παραμένει εδώ και δεκαετίας ταπεινωμένο πολύ χαμηλά. Αυτό δυστυχώς είναι το ποιόν τής πολιτικής - οπορτουνιστική, διαχειριστική, κοντόθωρη, ανακυκλωτική – η οποία παράγεται στην Ελλάδα. Για την ακρίβεια, που παράγουμε ΕΜΕΙΣ οι Έλληνες. Με το ‘’εμείς’’ να εννοείται κυριολεκτικά: ‘’εμείς’’∙ και όχι οι ‘’άλλοι, οι υπόλοιποι’’.
Ασυζητητί λοιπόν η κοινωνία θα πρέπει να κρατήσει το ζήτημα πολιτικά ψηλά και επί μακρόν. Επί τής ουσίας του και με διαύγεια βούλησης και προθέσεων. Παραμένοντας οπωσδήποτε μακριά από τις ευτελώς φαιδρές μικροκομματικές ατζέντες που με τόση χυδαία θρασύτητα βλέπουμε να δεσπόζουν στη πολιτική μας ζωή. Χρειάζεται επειγόντως υπερκομματική πίεση και στήριξη για τον εξοσταρικσμό τής βίας από τη δημόσια ζωή, η οποία όμως ως πολιτισμικός πόρος καταφανώς δεν υπάρχει σε επάρκεια στον τόπο μας.
Για να ωριμάσει μία τέτοια πολιτική επίγνωση στην Ελλάδα, ως σκοπός και ως πίστη σε αυτόν τον σκοπό, απαιτείται μακρόχρονη διαδρομή. Διότι παράλληλα απαιτείται η ωρίμανση μίας ανοιχτόμυαλης και ειλικρινής πίστης σε κάτι άλλο πιο πρωτεύον:
Την άνευ προσχημάτων τελειωτική ΑΠΟΚΗΡΥΞΗ τής ΒΙΑΣ από θεμιτό μέσον κοινωνικής αλληλεπίδρασης και άσκησης πολιτικής.
Η ειλικρινής αποκήρυξη μοιάζει σήμερα με ουτοπία. Καθότι στη χώρα μας υπάρχει πολιτικό εκτροφείο τής βίας.
--- Πολιτισμός
Πολιτισμός είναι εκείνη η κατάσταση όταν το άγριο ένστικτο εξημερώνεται και ανάγεται σε βιώσιμη έκφραση συλλογικών στοχεύσεων. Αν αυτή η διεργασία πάψει να συμβαίνει, το ζωώδες και χαμηλό ένστικτο ανακτά τον πρώιμο ρόλο του και κυβερνά με μηχανικό ασύνειδο τρόπο∙ ξαναγυρνάει πίσω και διαμορφώνει το περιβάλλον απουσίας πολιτισμού∙ δηλαδή τη ζούγκλα.
Σε μία τέτοια ενδιάμεση φάση πτώσης βρισκόμαστε. Το χαμηλό ένστικτο θρέφεται γινόμενο συστατικό τής συλλογικής ζωής. Πολιτικοί σχηματισμοί επενδύουν στην ενίσχυση τού χαμηλού πρωτόγονου ενστίκτου ως μέσον για την πολιτική τους επιβολή και απόκτηση επιρροής εξουσίας. Για εκείνους, δεν έχει σημασία αν αυτό αποκτηνώνει∙ σημασία έχει να συμφέρει το αποτέλεσμα τής αποκτήνωσης.
Σε κάποιο διεισδυτικό παρατηρητή των συλλογικών πραγμάτων γίνεται διακριτό ότι η σύγχρονη τάση είναι η κοινωνική συνοχή να διασκορπίζεται κατακερματιζόμενη σε πολλές μικρές ομάδες συμφερόντων. Πολλαπλές επιμέρους ομάδες των οποίων τα μέλη αποκτούν αίσθημα ξεχωριστής ταυτότητας αντιλαμβανόμενα τον κοινωνικό ιστό με κέντρο τον εαυτό τους. Συγκρούονται ανταγωνιστικά μεταξύ τους αλλά καί με τη θεσμική εξουσία, στη βάση αυτιστικών τους δικαιωματικών διεκδικήσεων, αδιαφορώντας για την συνεκτική κοινωνία. Συντελείται έτσι μία επιστροφή στο σχήμα των αρχέγονων πολλαπλών ‘’φυλών’’ και ‘’φυλάρχων’’ σε μία νέας διάστασης ζούγκλα όπου η στυγνή βία δικαιολογείται ως μέσον επικράτησης τής ομάδας-φυλής. Ο αγγλικός όρος tribalism αποδίδει κατανοητά την υφή αυτού τού φαινομένου.
Ένα φαινόμενο που γίνεται ευκόλως έκδηλο στα κοινωνικά δίκτυα όπου τα προσχήματα και τα φίλτρα καταργούνται καθώς βρισκόμαστε μεν εύκολα μια ανάσα κοντά αλλά όμως και απέναντι στον άλλον, τον άγνωστο, από όπου μπορούμε να του επιτεθούμε σφοδρά αλλά με ασφάλεια. Το αφήγημα τής ‘’ομάδας - φυλής’’ στην οποία ανήκουμε λειτουργεί απελευθερωτικά ως καταλύτης τής επιθετικότητας και τής εκτόνωσης μορφών μίσους για τον κάθε λογής αντίπαλο.
Η δημόσια σφαίρα βρίθει από εκδηλώσεις ενδοκοινωνικής βίας. Είναι πολύ δύσκολο να μη το δούμε. Κάθε λογής βίας: φανερής είτε συγκαλυμμένης, λεκτικής, εκφοβιστικής, συναισθηματικής, κτλ. Το διαπιστώνουμε εύκολα αν αναλογιζιστούμε τούς χιλιάδες συμπολίτες μας που λαχταρούσαν να δουν κρεμάλες στο Σύνταγμα και τη Βουλή να καίγεται, τη γνωστή καλλιτέχνιδα που… ευγενώς ευχόταν για μία μεγάλη άγρια αιματηρή και μη πολιτισμένη εξέγερση ή, την άλλη που οραματιζόταν ηγέτη να πάρουν μαζί τα βουνά να οργανώσουν συγκρουσιακή πάλη, τους κάθε λογής κουκουλοφόρους που με λοστάρια και ρόπαλα παράγουν τον δικό τους καταστροφικό ‘’πολιτισμό’’, το πρώην κόμμα των υμνητών τού Χίτλερ, τούς θερμούς υποστηρικτές των ισοβιτών δολοφόνων, το πολιτικό κόμμα που από την ασφάλεια των κοινοβουλευτικών εδράνων διακηρύσσει δικτατορίες προλεταρίων και εκτοπισμούς, τους βανδαλισμούς των… συλλογικοτήτων ‘’για πρωινή γυμναστική’’ στα Πανεπιστημιακά ιδρύματα και τον συνεχή ασφυξιογόνο στραγγαλισμό τής Παιδείας.
Όλα αυτά και πολλά άλλα υπό το απαθές βλέμμα τής κοινωνίας. Η βία έχει εξελιχθεί σε αναπόσπαστο ‘’πολιτισμικό’’ κομμάτι τής ελληνικής πραγματικότητας.
Το δε παροιμιώδες σύνθημα ‘’ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν’’ των προσφάτων ετών, το οποίο μάλιστα είχε τόσο μεγάλη αφιλτράριστη αποδοχή ώστε εξέλεξε και Κυβέρνηση, φανερώνει το πώς τα χαμηλά ένστικτα τού κοινωνικού μας πρωτογονισμού έχουν αναδυθεί δυναμωμένα στην επιφάνεια∙ και πόσο επιρρεπής και συντονισμένη είναι εν τέλει η ελληνική ψυχή στη λατρεία τής εξολοθρευτικής βίας. Μικρή σημασία έχει το ότι η υποστήριξη στη βία εκφράζεται μερικώς συγκεκαλυμένα∙ σημασία έχει ότι εκφράζεται και υποβόσκουσα αναζητά συνεχώς εκτόνωση∙ ενώ μεγάλο τμήμα τής κοινωνίας την αποδέχεται και ένα άλλο, εξίσου μεγάλο, δεν δείχνει καν να ενοχλείται.
Η βία εκτρέφεται παντού, υποστηρίζεται από την πολιτική κάστα, από τον υπόκοσμο, από την καθημερινότητα πολλών ανθρώπων. Κατέληξε να είναι ζωντανό ‘’πολιτισμικό’’ κομμάτι τής ελληνικής πραγματικότητας. Γίνεται δε όλο και πιο χυδαία, αποκτά κτηνώδεις εκφάνσεις, ενώ παράλληλα ‘’νομιμοποιείται ηθικά’’ με φαύλο τρόπο εκλογικευόμενη και εξωραϊζόμενη παρουσιάζοντάς την ακόμη και σαν σύμβολο τής επιθυμίας για ειρήνη και ισότητα και σαν μέσον… επιβολής πολιτισμού.
Μόνο που Πολιτισμός είναι η απουσία ανάγκης βίας κατάσταση που δεν ‘’επιβάλλεται’’ -πόσω μάλλον βιαίως- αλλά μόνο αναδύεται. Πολιτισμός είναι ο κατευνασμός τού ενστίκτου, ο εξευγενισμός του και η διοχέτευση τής ενέργειάς του σε βιώσιμους στίβους προαγωγής τής ειρηνικής συλλογικής συνύπαρξης. Η βία δεν χωράει ως σχήμα σε αυτή τη διαδρομή∙ ούτε ως γενική έκφανση ενώ σε καμία περίπτωση ως μέσον∙ θα ήταν σχήμα οξύμωρο.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον ευδοκίμησης τής πολιτικά υποκινούμενης κοινωνικής βίας, σε ένα περιβάλλον που προάγει τη βίαιη αγελαία συμπεριφορά τής πρωτόγονης διαφυλετικής αναμέτρησης, δεν αποτελεί έκπληξη η σκαιότητα τού περιστατικού τής Θεσσαλονίκης. Όσο και αν σφυρίζουμε ψιλο-αδιάφορα ότι οι αιτίες μπορεί να είναι τάχα μόνο τοπικής τυχαιότητας. Το υπόστρωμα των αιτιών της μέσα στην κοινωνία μας είναι πολύ βαθύ, ενώ λιπαίνουμε τις ρίζες της καθημερινά μέσα στον τοξικά ευτελή πολιτικό μας στίβο∙ είτε σκοπίμως, ορισμένοι, είτε λόγω ατολμίας αδιαφορίας και εφαρμογή τού αναβλητικού δόγματος: ‘’έχει ο Θεός∙ όλα θα φτιάξουν (από μόνα τους... )’’. Μόνο που τίποτα δεν φτιάχνει έτσι.
_
Η στυγερή δολοφονία τής Θεσσαλονίκης είναι η μεγάλη μας ευκαιρία ως κοινωνία να ανοίξουμε τα μάτια μας να εξετάσουμε τα πράγματα στις βαθύτερες αιτίες τους. Και να ανοίξουμε επιτέλους με θάρρος το κεφάλαιο ‘’καλλιέργεια φθόνου μίσους και βίας, ως φαύλα συστατικά τής πολιτικής και κοινωνικής μας κουλτούρας’’.
Και να μη το κλείσουμε ποτέ αυτό το κεφάλαιο μέχρις ότου φτάσουμε να τα έχουμε θεραπεύσει.
Πηγή: marketnews.gr
Οι πολεμικές αναμετρήσεις διαρκώς εξελίσσονται, οι αντιμαχόμενες παρατάξεις εμπλουτίζουν το οπλοστάσιό τους, και τα αμυντικά δόγματα μεταβάλλονται. Όποιος βρίσκεται στην αιχμή της τεχνολογίας κατέχει και το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Κάπως έτσι εισήχθησαν και τα drones σαν βασικό επιχειρησιακό εργαλείο.
Η σημασία χρήσης τους σε ένοπλες συγκρούσεις έγινε διεθνώς αντιληπτή στον πρόσφατο πόλεμο Αζερμπαϊτζάν – Αρμενίας στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Τα οπλισμένα τουρκικά drones, τα γνωστά πλέον Bayraktar TB2 της Baykar Defence, τα οποία εδώ και χρόνια η Άγκυρα παράγει, χρησιμοποιεί και εξάγει, αποτέλεσαν τον βασικό λόγο επικράτησης του Μπακού. Νωρίτερα, τα τουρκικά drones είχαν ήδη χρησιμοποιηθεί στα πολεμικά πεδία της Συρίας και της Λιβύης.
Η Ελλάδα δεν μπορούσε να μείνει απούσα στις τόσο προφανείς αμυντικές εξελίξεις και, μετά τις ανωτέρω επιχειρήσεις, αντιλήφθηκε ότι πρέπει να τρέξει να προλάβει να μπει στο κόλπο της παραγωγής ενός εγχώριου Αυτόνομου Εναέριου Οχήματος Πολλαπλών Χρήσεων.
Έστω και αργά, υπεγράφη τον περασμένο Σεπτέμβριο το μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (ΕΑΒ), του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για την έρευνα και ανάπτυξη και, εν συνεχεία, τη βιομηχανική παραγωγή τού πρώτου ελληνικού drone από φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα (έμφαση στο «δημόσιου»).
Το πρόγραμμα ονομάζεται «Αρχύτας» και αναμένεται, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, σε περίπου δυόμισι χρόνια το ελληνικό drone να είναι έτοιμο να επιχειρήσει. Υπόψη, ότι το χρονικό διάστημα των 2,5 ετών είναι ιδιαίτερα μικρό για ένα εγχείρημα που ξεκινάει από το μηδέν, σχεδιαστικά και κατασκευαστικά.
Θα τα καταφέρει; Δυστυχώς υπάρχουν πολλοί λόγοι να αμφιβάλλει κανείς επ’ αυτού, και δεν έχουν να κάνουν με την ικανότητα των ανθρώπων ή την δυνατότητα εγχώριας παραγωγής. Έχουν να κάνουν με τη διαχρονική μέγγενη του κράτους στην εντός των συνόρων επιχειρηματική πραγματικότητα και τον αποκλεισμό της ιδιωτικής πρωτοβουλίας από τα αμυντικά προγράμματα. Να είμαστε ειλικρινείς. Την στιγμή που ανακοινώνεται ένα εγχείρημα που δεν εμπεριέχει ούτε ένα κόκκο ιδιωτικής επιχειρηματικότητας είναι αυτονόητο ότι ξεκινάει με μειονέκτημα.
Φανταστείτε το ευτυχές σενάριο ότι σε 2,5 χρόνια, σύμφωνα με το ισχύον χρονοδιάγραμμα, όντως υπάρχει επιτυχημένο πρωτότυπο έτοιμο για την παραγωγή. Φανταστείτε επίσης ότι οι συντελεστές που κατέχουν την τεχνογνωσία ανάπτυξης, παραγωγής και δυνατότητας περαιτέρω βελτίωσης αμείβονται σύμφωνα με το μισθολόγιο του Δημοσίου, χωρίς δυνατότητα προσαρμογής, χωρίς δυνατότητα αμοιβής ανάλογα με την απόδοση και την χρησιμότητα του εργαζομένου ή δυνατότητα συμμετοχής του στα κέρδη με τη μορφή bonus, δηλαδή όλα όσα κάνουν έναν εργαζόμενο να επιθυμεί την ενασχόλησή του με το αντικείμενο και την εταιρία του. Και τώρα φανταστείτε ότι έρχεται μία εταιρία που δραστηριοποιείται ήδη στο χώρο, όπως η Ισραηλινή Elbit Systems, η Βρετανική BAE Taranis ή και η ίδια η Baykar Defence και ρωτάει το πολύτιμο στέλεχος, μηχανικό ή τεχνικό:
πόσα παίρνεις;
1500€.
Πάρε 6000€ και έλα σε εμάς.
Βλέπετε, ενώ η γειτονική χώρα έχει εταιρίες που ανήκουν στο κράτος, όπως η Turkish Aerospace Industries με τις ένοπλες δυνάμεις να κατέχουν το 54% των μετοχών, εντούτοις πληθώρα άλλων εταιριών που συμμετέχουν στην αμυντική βιομηχανία είναι ιδιωτικές ή λειτουργούν με τέτοια κριτήρια.
Η Baykar Defence που ανέπτυξε τα Bayraktar SUV είναι ιδιωτική, αν και ο ιθύνων νους (όχι τυχαία) είναι γαμπρός του προέδρου Ερντογκάν.
Η BMC παραγωγός του Kirpi MRAP θωρακισμένου οχήματος μεταφοράς προσωπικού καθώς και του πανάκριβου (13,75 εκ. δολάρια) άρματος μάχης Altay, που βασίζεται σε νοτιοκορεατικό πρωτότυπο, ανήκει κατά 51% στην ιδιωτική Ethem Sancak & Talip Öztürk και 49% σε συμφέροντα των ενόπλων δυνάμεων του Κατάρ. O επιχειρηματίας Talip Öztürk είναι μακροσυγγενής του Τούρκου Προέδρου και η εταιρία διευκολύνθηκε με παραχώρηση γης και μεσολάβηση από την κυβέρνηση για την είσοδο των Καταριανών στο σχήμα.
Η FNSS Savunma Sistemleri A.S. που παράγει το FNSS Pars 4x4 Anti-Tank θωρακισμένο όχημα είναι ιδιωτική που ανήκει κατά 51% στην Nurol Holdings και 49% στην BAE Systems.
Κάπως έτσι η τουρκική αμυντική βιομηχανία έφτασε να είναι πλέον ο 14ος μεγαλύτερος εξαγωγέας οπλικών συστημάτων παγκοσμίως, με κύκλο εργασιών 11 δισεκατομμύρια δολάρια, αναπτύσσοντας σημαντική αυτονομία. Μεταξύ 2015 και 2019 η Τουρκία εισήγαγε 48% λιγότερες πρώτες ύλες για την αμυντική της βιομηχανία σε σύγκριση με την πενταετία 2011-2015.
Δεν παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι η τουρκικές κυβερνήσεις διαχρονικά έχουν την ίδια τάση με τις ελληνικές να χειραγωγούν τα εξοπλιστικά. Οι γείτονες παρόλα αυτά, έξυπνα σκεπτόμενοι, δημιουργούν συνθήκες ιδιωτικής πρωτοβουλίας για την παραγωγή, έστω και αν η τελευταία ανήκει σε φίλους και γνωστούς του καθεστώτος. Τουλάχιστον έτσι αποφεύγουν τον σκόπελο των περιορισμών του δύσκαμπτου δημοσίου.
Υπάρχουν όμως ελληνικές εταιρίες που θα μπορούσαν να συμμετάσχουν σε συμπαραγωγές οπλικών συστημάτων; Φαίνεται ότι μια χαρά υπάρχουν.
Στην έκθεση αμυντικών συστημάτων DEFEA τον Ιούλιο του 2021 οι ελληνικές εταιρίες όχι μόνο επέδειξαν τα συστήματα που ανέπτυξαν αλλά υπέγραψαν και ένα σωρό συμβάσεις.
Το οικοσύστημα των 80 ελληνικών εταιριών που ασχολούνται με αμυντικά προγράμματα, η πλειοψηφία των οποίων είναι ιδιωτικές, εξασφάλισε σχεδόν το 1/3 των επερχόμενων προγραμμάτων υπό την αιγίδα της PESCO (Permanent Structured Cooperation) η οποία προωθεί την αμυντική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ.
Οι ελληνικές εταιρίες θα συμμετάσχουν, μαζί με 180 άλλους συμμετέχοντες από ευρωπαϊκές χώρες, σε 5 από τα 16 προγράμματα του European Defense Industrial Development Program (EDIDP). Ανάμεσα στα αναπτυσσόμενα προγράμματα ελέγχου, επιτήρησης και κυβερνοάμυνας που συμμετέχουν υπάρχει και το LOTUS, ένα low visibility drone!
Αναρωτιέται κανείς, δεν υπήρχε προστιθέμενη αξία συμμετοχής και ιδιωτικών ελληνικών εταιριών στο πρόγραμμα «Αρχύτας»; Οι ελληνικές εταιρίες απασχολούν πάνω από 6.000 προσωπικό και έχουν κύκλο εργασιών λίγο πάνω από 300 εκατομμύρια ευρώ. Η συμμετοχή τους σε αυτό, αλλά και σε άλλα προγράμματα, θα έδινε στην ανάπτυξη και παραγωγή την ευελιξία που απαιτείται για να αποφευχθούν βαρίδια από τους κανονισμούς του Δημοσίου και στις ίδιες την ευκαιρία να επεκταθούν στην αγορά, ένα σενάριο με αμοιβαία ωφελούμενους.
Ακόμη και τα πανεπιστήμια θα είχαν ωφέλεια να συνεργάζονται με την ιδιωτική οικονομία και την εφαρμοσμένη έρευνα στον τομέα της άμυνας και οι συμμετέχοντες φοιτητές να αποκτήσουν επαγγελματική προοπτική (άλλο ταμπού αυτό στην σοσιαλιστική μας πολιτική ζωή).
Είδαμε την επιλογή του Τουρκικού μοντέλου και πως τους έφτασε στην 14η θέση παγκοσμίως σε εξαγωγές οπλικών συστημάτων.
Είδαμε και την επιλογή του ελληνικού μοντέλου και που μας έφτασε. Με μια ΕΑΒ ως ΑΕ μόνο στα χαρτιά, που όσο λειτουργεί κάτω από τον σκληρό κρατικό πυρήνα και με κριτήρια ΔΕΚΟ δεν πάει πουθενά, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την παύση της από την Lockheed Martin ως μοναδικός προμηθευτής για την παραγωγή απαρτίων του F-16.
Προφανώς η ελληνική κυβέρνηση επιλέγει να μην βλέπει αυτό που όλοι βλέπουν χρόνια τώρα. Εφόσον όμως προκρίνει και για το πρόγραμμα «Αρχύτας» αποκλειστικά το κρατικό μοντέλο, χωρίς καμία συμμετοχή ιδιωτικών εταιριών, έχουμε κάθε λόγο να φοβόμαστε ότι το ελληνικό drone προετοιμάζεται για χαμηλή πτήση, πολύ χαμηλή.
Πηγή: marketnews.gr