Ο κόσμος αλλάζει, η οικονομία αλλάζει, οι παραγωγικές δομές αλλάζουν. Θα προσαρμοστούμε στις αλλαγές; Θα ανεβούμε στο τραίνο του μέλλοντος; Ή θα μοιρολογούμε επί των ερειπίων ενός αντιπαραγωγικού μοντέλου;
Όταν άνοιξαν τα πρώτα supermarkets διαβάζαμε πλήθος από δακρύβρεχτες αναλύσεις για τον "θάνατο του μπακάλη". Όταν άνοιξαν τα πρώτα πολυκαταστήματα τα ίδια διαβάζαμε για τον "θάνατο του εμποράκου". Όντως όσοι από τους "μικρούς" δεν είχαν τίποτε ιδιαίτερο να προσφέρουν, έκλεισαν. Όπως έκλεισαν και όσοι ξεπεράστηκαν από την τεχνολογία, παρά τις λουδιτικές απεργίες που λουστήκαμε τόσα χρόνια. Επιβίωσαν όσοι εξειδικεύθηκαν, έκαναν το μαγαζί τους "στέκι", ή προσέφεραν extra υπηρεσίες.
(Θυμάστε την πολυήμερη απεργία των τυπογράφων το ’80, όταν ήρθε η τεχνολογία της φωτοστοιχειοθεσίας; Επέμεναν να μην υιοθετηθεί η νέα τεχνολογία και να μείνουμε στα μάρμαρα και στα μεταλλικά στοιχεία μολύβδου! Η απεργία έληξε όταν το κράτος, κατά την προσφιλή του συνήθεια, τους συνταξιοδότησε! Πήραν τότε σύνταξη μέχρι και 20χρονοι!)
Όμως, παρά τις συντεχνιακές αντιδράσεις, η κοινωνία οφελήθηκε. Οι τιμές των προϊόντων έπεσαν λόγω οικονομιών μεγέθους και λόγω της προόδου της τεχνολογίας. Είναι κακό αυτό; Γιατί είναι καλύτερα να υπάρχουν 5 μπακάληδες σε μια περιοχή, παρά ένα supermarket; Γιατί να πρέπει οπωσδήποτε ο άλλος να επιβιώσει με ένα μαγαζί - τρύπα που πουλάει 5 παντελόνια και 5 πουκάμισα; Γιατί να υπάρχει “πιάτσα” με 8 παπουτσάδικα δίπλα – δίπλα, ανταγωνιστικά μεταξύ τους, (αλλά με ανελαστικά έξοδα όλοι, ε;) κι όχι ένα μεγάλο μαγαζί που θα έχει και περισσότερη ποικιλία και λιγότερα έξοδα και φτηνότερες τιμές; Γιατί να υπάρχουν 200 διαφημιστικές εταιρείες στην Αθήνα; Γιατί χρειάζομαι 3 φαρμακεία στο ίδιο τετράγωνο; Γιατί επειδή τελείωσα βιβλιοθηκονόμος θα πρέπει οπωσδήποτε να εξασκήσω αυτή τη δουλειά όταν το διαδίκτυο έχει εκ των πραγμάτων περιορίσει το εύρος εφαρμογής της; Αν δηλαδή υπήρχαν ακόμα τηλεγραφητές θα επιμέναμε η επικοινωνία να γίνεται με σήματα Μορς;
Η συνολική ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας είναι συνάρτηση όλων αυτών των παραγόντων. Στην Ελλάδα προσπαθούμε με νύχια και με δόντια να διατηρήσουμε ένα απαρχαιωμένο μοντέλο, όπου ελάχιστοι παράγουν κι οι υπόλοιποι πουλάμε ο ένας στον άλλον προϊόντα και υπηρεσίες. Την ίδια στιγμή μια αμερικάνικη εταιρεία με γραφεία στη Βοστώνη έχει το τηλεφωνικό της κέντρο στην Ινδία και το ερευνητικό στη Βραζιλία.
Όχι, φίλοι μου. Αν δεν μπορώ να είμαι φτηνός, γρήγορος και ποιοτικός, θα κλείσω - και πολύ καλά θα κάνω να κλείσω γιατί δεν έχεις εσύ καμιά υποχρέωση να αγοράζεις ακριβά μόνο και μόνο για να μην ξεκουνηθώ από τη νιρβάνα μου. Και δεν έχω καμιά ηθική δικαιολογία να απαιτώ από το κράτος να με “προστατέψει”. Γιατί προστατεύοντας εμένα, ζημιώνει εσένα. Κι επειδή πρέπει να ζήσω, κάτι άλλο θα βρω να κάνω, αν έχω όρεξη να δουλέψω. Αν δεν έχω, αν έχω μάθει μια ζωή να ζητάω χωρίς να προσφέρω, αν ο μόνος τρόπος προσπορισμού των προς το ζην μέχρι τώρα ήταν οι κομματικές γνωριμίες και η συνδικαλιστική κάλυψη, αν επιμένω με πείσμα να μην αλλάξω, θα είμαι ο φτωχός του αύριο. Συγγνώμη, αλλά είναι δίκαιο να είμαι ο φτωχός του αύριο. Σε καμιά κοινωνία δεν περισσεύουν λεφτά για αργόσχολους και τεμπέληδες.
Στις προηγμένες οικονομίες που έχουν μέσο μισθό 2500 ευρώ, οι άνθρωποι αλλάζουν ρόλους και εργοδότη σαν τα πουκάμισα. Εμείς θέλουμε, από τη δουλειά πού βρήκαμε μόλις μπήκαμε στην αγορά εργασίας, από κει να πάρουμε σύνταξη. Είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για να εξαφανιστούμε, ως έθνος, από προσώπου της γης.
Πότε θα καταλάβουμε το προφανές: σε μια οικονομία με κινητικότητα, ο εργαζόμενος βρίσκεται σε θέση ισχύος! Γιατί μπορεί να πει στον εργοδότη, "σηκώνομαι και φεύγω" και την άλλη μέρα να δουλεύει αλλού με καλύτερες συνθήκες. Την εποχή της ανάπτυξης (με δανεικά έστω) πήγαινες για interview, σου απαντούσαν σχεδόν όλοι θετικά και διάλεγες εσύ τον καλύτερο εργοδότη. Ο interviewer προσπαθούσε να σε δελεάσει λέγοντας πόσο καλό κλίμα υπάρχει στην εταιρεία, τι bonus δίνει, τι προοπτικές ανέλιξης προσφέρει... Ένας καλός πωλητής γίνονταν ανάρπαστος. Έτρεμε ο εργοδότης μήπως και τον χάσει. Τον χρύσωνε: και μισθός και ποσοστά και bonus.
Όταν η οικονομία είναι αγκυλωμένη, ο εργαζόμενος είναι στη χειρότερη δυνατή μοίρα. Αν χάσει τη δουλειά του δεν υπάρχει περίπτωση να βρει άλλη! Άρα είναι και ανίσχυρος και απροστάτευτος. Θα βουλιάξει και μαζί του θα βουλιάξει ολόκληρη η οικονομία λόγω έλλειψης ανταγωνιστικότητας.
Ας είμαστε ειλικρινείς: δεν υπάρχει καμιά περίπτωση επιβίωσης για τα άπειρα μαγαζάκια και μπουτίκ και είδη δώρων και καπνιστού και καλλυντικών και πάει λέγοντας, που περιμένουν από 40 τετραγωνικά και 100 κωδικούς προϊόντων να ζήσουν οικογένειες. Ο εμποράκος θα πεθάνει, ξεπερασμένος από τις εξελίξεις. Δεν γίνεται αλλιώς! Δεν υπάρχει καμιά άλλη πιθανότητα. Καμιά! Ναι, αυτό θα είναι αναστάτωση για χιλιάδες ανθρώπους που μέχρι σήμερα ζούσαν έτσι, όπως ήταν αναστάτωση για όσους πουλούσαν και επισκεύαζαν γραφομηχανές, για όσους δούλευαν τηλεφωνητές και άλλαζαν τα καλώδια στα τηλεφωνικά κέντρα. Ο μόνος τρόπος για να μην μας πονέσει πολύ ο θάνατος του εμποράκου, είναι να τον επιταχύνουμε.
Αλλά: να έχουμε προετοιμάσει την ανάστασή του!
Όχι όμως, ξανά ως εμποράκος. Αλλά ως επαγγελματίας σε δυναμικούς τομείς ανάπτυξης, ως πάροχος υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας, ως σύγχρονο οικονομικό κύτταρο, ως φορέας όλων των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων σε παγκόσμιο επίπεδο που διαθέτει με τη σέσουλα αυτή η χώρα και μεις τα ξεχάσαμε.
Είναι τόσα πολλά αυτά τα πλεονεκτήματα που η ανάσταση αυτού του έθνους μόνο θαύμα δεν θα είναι. Θα είναι το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο, μόλις το κράτος – δήμιος, το κράτος - παράσιτο δώσει τη θέση του σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου. Γι’ αυτόν τον στόχο αξίζει να παλέψουμε όλοι. Και πρώτος, ο εμποράκος.
Πηγή: marketnews.gr