xantz7-thumb-largeΜέρος Α: Περί Ομαδικών Απολύσεων

Μία από τις «κόκκινες γραμμές» της κυβέρνησης αφορά τις περιβόητες «ομαδικές απολύσεις» εργαζομένων, είτε από τον ιδιωτικό, είτε από το δημόσιο τομέα.

Πριν προβούμε σε οποιοδήποτε σχόλιο, πρέπει να θυμηθούμε τι ακριβώς ισχύει στη Ευρώπη βάσει συγκεκριμένης «κοινοτικής οδηγίας» (98/59/EC της 20ης Ιουλίου 1998), που έχει προκύψει από απόφαση του Συμβουλίου (Υπουργών, εν προκειμένω του Eurogroup).   

Πράγματι λοιπόν στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν θεσπιστεί όρια για τις ομαδικές απολύσεις εργαζομένων, που όμως αφορούν προφανώς καταστάσεις ομαλότητας και όχι κρίσης ή χρεοκοπίας μιας χώρας – μέλους.

Η ελληνική κυβέρνηση έχει ένα «εύλογο» επιχείρημα κατά των ομαδικών απολύσεων. Δηλαδή ότι δεν μπορεί να θεσπιστούν στην Ελλάδα διαφορετικοί κανόνες από ό,τι ισχύει στην υπόλοιπη Ευρώπη, γιατί «είμαστε ισότιμο μέλος και όχι Μπανανία…»

Εδώ έχουμε να κάνουμε κάποια σχόλια:

1) Το αν είμαστε «ισότιμο μέλος» ή «Μπανανία» προκύπτει από τα πραγματικά γεγονότα. Και η πραγματικότητα μας λέει το εξής απλό:

Είμαστε μία πολύ προνομιούχος χώρα από άποψη φυσικών – και ανθρώπινων – πόρων, αλλά έχουμε βρεθεί στη γνωστή σε όλους κατάσταση, λόγω κακοδιαχείρισης, σπατάλης, κλεψιάς, υποκρισίας, απάτης (τόσο από τους πολιτικούς που κυβέρνησαν, όσο και από πολλούς πολίτες που λειτούργησαν «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν») και μιας γενικότερης παραβατικότητας και παραβίασης των (ήδη κακών, ανεπαρκών, «φωτογραφικών» και προχειροφτιαγμένων) νόμων και λοιπών διατάξεων.

Η χώρα μας έχει καταντήσει μια «καρικατούρα» ευρωπαϊκής χώρας, ένα παράδειγμα προς αποφυγήν για ένα διαρκές πρόβλημα για όλους τους ευρωπαίους εταίρους.

Το κατά πόσο λοιπόν δικαιούμαστε να έχουμε ίση μεταχείριση με όλους τους άλλους, είναι συζητήσιμο.

Κατά την ταπεινή μου γνώμη και μόνο το γεγονός ότι δεν μας έχουν πετάξει έξω με τις κλωτσιές από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη και ότι μας δανείζουν με ευνοϊκούς όρους για να μην καταστραφούμε τελείως, θα έπρεπε να μας αρκεί.

2) Μία απόλυση υπαλλήλου – πολύ περισσότερο μια απόλυση πολλών υπαλλήλων – είναι πολύ επιζήμια για τον εργοδότη, γιατί πρέπει ο ίδιος να καταβάλει σ’ αυτόν την αποζημίωση που ορίζει ο νόμος.

Το να φτάσει λοιπόν στο σημείο να επιδιώκει ομαδικές απολύσεις σημαίνει ότι έχει φτάσει στα όριά του και ότι αυτό είναι η μοναδική διέξοδος ώστε να μην κλείσει εντελώς την επιχείρησή του.

Λογικά, όταν μια επιχείρηση έχει χάσει το 50% του τζίρου της, είναι λογικό να μη χρειάζεται πλέον ένα αντίστοιχο ποσοστό των υπαλλήλων της.

Η ομαδική λοιπόν απόλυση είναι στην περίπτωση αυτή το «μη χείρον» καθόσον το «χείριστον» είναι να κλείσει η επιχείρηση.

3) Όλα αυτά τα χρόνια που ίσχυαν οι περιορισμοί στις ομαδικές απολύσεις, τι όφελος είχαμε από την άποψη προστασίας της εργασίας;

Μήπως οι περιορισμοί αυτοί εμπόδισαν την έκρηξη της ανεργίας, με τους 750000 νέους ανέργους του ιδιωτικού τομέα;

Η «προστασία» των εργαζομένων στην Ελλάδα μοιάζει με την …προστασία των δασών. Όσο περισσότερους περιορισμούς βάζουμε, τόσο περισσότερο καίγονται τα δάση, όπως  «καίγονται» και οι επιχειρήσεις και κατά συνέπεια οι θέσεις εργασίας.

Κατά συνέπεια, ΕΜΕΙΣ θα έπρεπε να ζητήσουμε εξαίρεση από την ντιρεκτίβα και να επιτρέπουμε (υπό όρους) τις ομαδικές απολύσεις και όχι να την ζητούν οι Ευρωπαίοι και εμείς να αντιδρούμε τόσο απόλυτα και κατηγορηματικά.

Και οι όροι είναι απλοί: Αν αποδείξει ο επιχειρηματίας ότι ο τζίρος του έπεσε κατά ένα ποσοστό, μέσα στον τελευταίο χρόνο, να του επιτραπεί η απόλυση ενός ποσοστού εργαζομένων, ή η μετατροπή των συμβάσεών τους σε σχέση εργασίας μερικής απασχολήσεως. Με αντίστοιχη διευκόλυνσή του ώστε να τους καταβάλει τις νόμιμες αποζημιώσεις φυσικά.

Από την άλλη μεριά, αν το κράτος θέλει να παραστήσει τον «καλό προστάτη των ανέργων και των κοινωνικώς αδυνάμων γενικώς», μπορεί με πολλούς τρόπους να τους βοηθήσει, πράγμα, το οποίο δεν κάνει τώρα σε επαρκή και κοινωνικώς ανεκτό βαθμό.

Και καλό θα ήταν επίσης να γίνει κάποτε προστάτης και των ίδιων των επιχειρηματιών, αντί να τους πλήττει με κάθε τρόπο και σε κάθε ευκαιρία, μέχρι του σημείου να τους καταστήσει και εκείνους ανέργους και όμοιους με τους μέχρι προ τινος υπαλλήλους τους.

Γενικότερο συμπέρασμα: Ας επιδιώξουμε το ταχύτερο να γίνουμε μέσω «μεταρρυθμίσεων» - που στην πράξη αντιστοιχούν στην προσπάθεια να μοιάσουμε επιτέλους με ευρωπαϊκή χώρα – και μετά να ζητάμε ίσες μεταχειρίσεις.

Η ίση μεταχείριση των Ανίσων, αποτελεί την πιο κραυγαλέα «Άνιση μεταχείριση». 

Β) Μέρος: Το Ασφαλιστικό και τα «ώριμα» συνταξιοδοτικά δικαιώματα

Τα δεδομένα

Γιατί κάποιος επιθυμεί να αποχωρήσει από την εργασία και να «βγει στη σύνταξη»;

1) Γιατί δεν του αρέσει να εργάζεται γενικώς.

2) Γιατί δεν του αρέσει (δεν «τον γεμίζει») η εργασία που κάνει, ή τον έχει κουράσει υπερβολικά, ή την έχει βαρεθεί.

3) Γιατί, «βγαίνοντας στη σύνταξη», θα εξακολουθήσει να εργάζεται «μαύρα» και παράλληλα θα έχει και τη σύνταξη, σαν χαρτζηλίκι

4) Γιατί, αν «προλάβει» να βγει στη σύνταξη, θα έχει ένα αξιοπρεπές εισόδημα, ενώ αν τον απολύσουν μπορεί να μην έχει απολύτως τίποτα σε δύο χρόνια.

5) Γιατί είναι άρρωστος, αδύναμος,ανάπηρος ή ηλικιωμένος

6) Γιατί, επειδή είναι πλέον ηλικιωμένος, αισθάνεται ότι δεν μπορεί να είναι εξίσου παραγωγικός και αποδοτικός όπως πριν. 

7) Γιατί έχει εργαστεί «αρκετά» χρόνια και νομίζει ότι πλέον «έχει δικαίωμα» να αμείβεται χωρίς να εργάζεται πλέον

8) Γιατί δεν έχει να περιμένει καμία υλική ανταμοιβή, αν αποφασίσει να παραμένει εργαζόμενος.

Εδώ (στην Ελλάδα) υπάρχει μια παρεξήγηση. Υπάρχει δηλαδή η έννοια του «ώριμου και κατοχυρωμένου» δικαιώματος στη σύνταξη (παράγων (7)).

  • Από πού ακριβώς αντλεί κάποιος αυτό το «δικαίωμα» ;
  • Από το ίδιο το Ασφαλιστικό Σύστημα και τους νόμους που το διέπουν έως τώρα.
  • Ναι, αλλά το σύστημα αυτό δεν είναι πλέον βιώσιμο. Σε μερικά χρόνια δεν θα μπορεί να διανέμει συντάξεις... Πρέπει συνεπώς να αλλάξει. Άρα θα πρέπει να αλλάξουν και οι κανόνες που το διέπουν, οι οποίοι καθόρισαν τα «ώριμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα»... Θα πρέπει να αλλάξουν δηλαδή τα «κριτήρια» για συνταξιοδότηση.  

Α) Στην Ελλάδα, τα κριτήρια αυτά αφορούν το σύνολο των ετών εργασίας ή ημερομισθίων. Μετά από τη συμπλήρωση του «ελαχίστου ορίου για πλήρη σύνταξη», η σύνταξη είναι ίδια είτε βγει κανείς στα 35 χρόνια εργασίας ή στα 55! (παράγων (8))

Β) Στη Ευρώπη, το κριτήριο για συνταξιοδότηση είναι η ηλικία. Και αυτή ποικίλει από χώρα σε χώρα. Ο μέσος όρος είναι τα 65 (και για τα δύο φύλα) φθάνοντας (π.χ. στη Δανία) στα 67!

Είναι προφανές ότι όσο μεγαλύτερο είναι το ελάχιστο όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση, τόσο πιο βιώσιμο και «υγιές» είναι ένα ασφαλιστικό σύστημα. Γιατί τότε ο λόγος  (πηλίκον) των συνταξιούχων (αφαιρούν πόρους από το σύστημα) προς τους εργαζομένους (προσθέτουν πόρους στο σύστημα) είναι όσο γίνεται μικρότερος. 

Σχολιασμός

Σε μια ελάχιστα «υγιή» οικονομία, όπως η δική μας, το ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό σύστημα είναι το πλέον «άρρωστο».  Εδώ και χρόνια (πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση) ακούμε ότι αποτελεί «βόμβα στα θεμέλια» της κοινωνίας μας. Κανείς όμως δεν τόλμησε να το θίξει έως τώρα.

Ακόμη και τώρα ακούμε για «ώριμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα», ακόμη και όταν αναφερόμαστε σε εντελώς παράλογες διατάξεις όπως οι πρόωρες συντάξεις σε μητέρες ανηλίκων τέκνων (!) ή σε συντάξεις «αγάμων θυγατέρων»  στρατιωτικών ή σε πρόωρες συντάξεις ατόμων καθ’ όλα υγιών και σχετικά νέων (π.χ. σε πενηντάρηδες στρατιωτικούς ή σε πρώην βουλευτές ή πρωθυπουργούς), οι οποίοι θα μπορούσαν κάλλιστα να εργάζονται παραγωγικά.

Το (γενικότερο) θέμα όμως είναι ότι στην Ελλάδα η οικονομία είναι δύσμορφη με εντελώς αντιπαραγωγικό προσανατολισμό. Έτσι είναι δύσκολο – και εν πάση περιπτώσει εντελώς ανασφαλές – να βρει κανείς κάποια νέα εργασία σε ηλικίες άνω των 50 ετών (Ο παραπάνω παράγοντας (4)).  

Αυτό όμως δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι δικαιολογείται η καταβολή «πλήρους συντάξεως» σε τόσο νέα και υγιή άτομα. Μια εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης με τη μορφή ενός – συνεχούς όμως – επιδόματος ανεργίας ή «ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος» μέχρι αυτός να φθάσει στην ηλικία συνταξιοδότησης, αφ’ ενός μεν του επιτρέπει να επιβιώνει, ώστε να μπορεί να ψάξει για εργασία, αφ’ ετέρου το μικρό (κατ’ανάγκην) ύψος του επιδόματος αποτελεί κίνητρο για να το επιδιώξει.

Πέραν αυτού όμως, στην Ελλάδα των τελευταίων δεκαετιών έχει επικρατήσει η λογική του «ελάσσονος κόπου» ή το «να εργαζόμαστε όσο γίνεται λιγότερο (ή καθόλου) και να αμειβόμαστε όσο γίνεται περισσότερο». Αυτά που ακούγαμε παλιά στα σχολεία ότι κάθε πολίτης «πρέπει να είναι χρήσιμος στον εαυτό του και στην κοινωνία» έχουν πλέον αναχθεί στη σφαίρα της ...γραφικότητας ή της «ηθικής των κορόϊδων»!

Η εργασία στην Ελλάδα θεωρείται από τους περισσότερους «αγγαρεία» (και αρκετές φορές είναι πράγματι τέτοια, λόγω της δυσμορφίας της κοινωνίας μας). Δεν αποτελεί πλέον η δουλειά παράγοντα καταξίωσης, αναγνώρισης και ηθικής ικανοποίησης, όπως θα έπρεπε να είναι. Το όλο κλίμα «σπρώχνει» τους περισσότερους Έλληνες να διαπνέονται από παρορμήσεις και συναισθήματα, όπως περιγράφονται παραπάνω με τους παράγοντες (1) και (2).

Πρόκειται για πλήρη διαστροφή της κοινωνικότητας και για υποστροφή της διάθεσης για προσφορά σε μια εντελώς παρηκμασμένη κοινωνία χωρίς Αρχές και χωρίς μπούσουλα.

Σε ό,τι αφορά τώρα στον παράγοντα (4), που εμπίπτει στο χώρο της απάτης και της παραβατικότητας, αυτό θεωρείται «εξυπνάδα» και «επιτυχία», όπως και κάθε άλλη παραβατικότητα στη χώρα μας, η οποία είναι έτσι δομημένη, ώστε να  επιτρέπει τέτοιου είδους συμπεριφορές.

Το κεφαλοποιητικό σύστημα

Ένα τέτοιο σύστημα θα εξασφάλιζε μεγαλύτερη σύνταξη σε όποιον είχε προσφέρει περισσότερους πόρους σ’ αυτό μέσω της εργασίας του. Σε ένα παρόμοιο σύστημα, δεν θα χρειαζόταν καθόλου να υπάρχουν καν «Ταμεία Συντάξεων». Το ίδιο το κράτος θα έδινε τη σύνταξη ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες – και τους πόρους – που ο πολίτης προσέφερε σ’ αυτό μέσω των καταβολών και των φόρων του.

Ένα σύστημα όπως αυτό θα αποτελούσε από μόνο του αντικίνητρο για την εισφοροδιαφυγή και την φοροδιαφυγή, που αποτελούν γενικευμένες πρακτικές στη χώρα μας, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην οικονομική της κατάρρευση.

Οι προφανείς αυτές αλήθειες όμως δεν φαίνονται ικανές να μετακινήσουν την ελληνική πολιτεία σε υιοθέτηση ενός τέτοιου συστήματος.

Στη χώρα μας ισχύει ακόμα το (λεγόμενο) αναδιανεμητικό σύστημα, στο οποίο οι εισφορές όσων εργάζονται δεν προορίζονται για τους ίδιους (κανείς από αυτούς δεν γνωρίζει αν θα πάρει σύνταξη και πόση θα είναι αυτή), αλλά για όσους βρίσκονται ήδη στη σύνταξη!

Κάτι που είναι εμφανώς παράλογο και άδικο.

Το ίδιο το «αναδιανεμητικό σύστημα» αποτελεί ευφημισμό και παραδοξολογία, μιας και ουδείς γνωρίζει τί πόρους θα διαθέτει μετά από μερικά χρόνια, για να τους «αναδιανείμει»...

Συμπέρασμα

Το Ασφαλιστικό – Συνταξιοδοτικό είναι το θέμα που θα έπρεπε πρώτοι εμείς να συζητήσουμε με τους Εταίρους – δανειστές, ώστε να μας βοηθήσουν στη λύση του και όχι να υπεραμυνόμαστε λυσσαλέα του αποτυχημένου, ημιθανούς και έχοντος κατά πολύ υπερβεί τα όρια της γελοιότητας δικού μας συστήματος, των «ωρίμων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων».

Η εμμονή μας αυτή (στο μέτρο που μας εκπροσωπούν, δυστυχώς, όσοι κυβέρνησαν και κυβερνούν τη χώρα μας)  αποτελεί ανεπίτρεπτη πρόκληση στη λογική και ντροπή για καθε σύνολο πολιτισμένων ανθρώπων, όπως είναι – ή επιδιώκει να είναι – η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αλλά στη σημερινή Ελλάδα, όπως έχει αμβλυνθεί και ατονήσει η διάθεση για κοινωνική προσφορά των πολιτών, φαίνεται ότι έχει εξαφανιστεί και το αίσθημα της ντροπής...

Αποδεικνύεται ωστόσο ότι αγνοούμε – τουλάχιστον πολλοί από μας – ότι την αδήριτη πραγματικότητα δεν μπορούμε να την κοροϊδέψουμε, όπως επί χρόνια κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας και παράλληλα επιχειρούμε να εξαπατήσουμε τους λοιπούς Ευρωπαίους. Κάποια στιγμή – όχι πολύ μακρυνή – όλους αυτούς τους ανορθολογισμούς και όλα αυτά τα ψέματα «θα τα βρούμε μπροστά μας».

Το Α Μέρος είχε δημοσιευτεί για πρώτη φορά στο Biznews.gr

Το B Μέρος είχε δημοσιευτεί για πρώτη φορά στο Marketnews.gr

Η Εικόνα αποτελεί σκίτσο του Δημήτρη Χαντζόπουλου για την Καθημερινή

Αρθρογράφος
Διονύσιος Βενιεράτος
Author: Διονύσιος Βενιεράτος
Ομότιμος Καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος της Εθνικής Επιτροπής του πολιτικού κόμματος ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΞΑΝΑ και περιφερειακός σύμβουλος Αττικής
Διαβάστε επίσης

Θέλεις να κρατήσεις επαφή;

Το email θα χρησιμοποιηθεί μόνο για να λαμβάνεις ενημερώσεις.
Υποχρεωτικό πεδίο
Πρέπει να το τσεκάρετε

Θέλεις να βοηθήσεις κι εσύ;

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΞΑΝΑ δεν παίρνει κρατική επιχορήγηση. Για τη λειτουργία της, στηρίζεται αποκλειστικά σε εισφορές μελών, σε δωρεές φίλων και φυσικά σε πολλές ώρες εθελοντικής εργασίας. Βοήθησε το μοναδικό κόμμα που αντιτίθεται στον κρατισμό κάθε απόχρωσης.

Οικονομική ενίσχυση