- Δημοσιεύσεις: 186
- Ληφθείσες Ευχαριστίες 37
Πάλι, τα ίδια... η συστηματική απόκρυψη του εαυτού και η συσκότιση της πραγματικότητας ως πρόταγμα...
Η συζήτηση, αυτή τη φορά, αφορά μια νέα περικοπή: Σύμφωνα με δηλωμένη πρόθεση της κυβέρνησης, περικόπτονται οι «συνδικαλιστικές άδειες». Η συζήτηση θα πολωθεί, εκ νέου, στο κατά πόσον είναι πολλές ή λίγες οι ημέρες των συνδικαλιστικών αδειών, εάν γίνεται κατάχρηση (και αυτού του τύπου άδειας) από τους δημοσίους υπαλλήλους κι, ενδεχομένως, με παρέμβαση των δανειστών, να μάθουμε τι «savings» θα πετύχουμε μέσα απ’ αυτή την γενναία πράξη...
Ποιοί θα σηκώσουν το γάντι; Οι συνδικαλιστές; Αυτοί θα ξιφουλκήσουν κατά των «κυβερνήσεων των μνημονίων» που κατεδαφίζουν τις κατακτήσεις των εργαζομένων. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης; Αυτά θα καταγγείλουν όποια επιλογή κι αν κάνει η κυβέρνηση, οπότε δεν έχει και πολύ μεγάλη σημασία το ειδικότερο αντικείμενο της καταγγελίας. Τα ΜΜΕ; Αυτά θα «ανακαλύψουν» ακόμη ένα καλά κρυμένο βρώμικο μυστικό, η αποκάλυψη του οποίου (διανθισμένη από κάποιον επαγγελματία «κοπανατζή» συνδικαλιστή), θα πρέπει να καθηλώσει τον θεατή, ώστε να απορροφήσει, μαζί με την «είδηση», απορρυπαντικά, αυτοκίνητα κι ό,τι άλλο, συμβάλλοντας στην αύξηση της διαφημιστικής πίτας...
Πόσοι θα ανακαλέσουν το ν. 1264/82 με τον οποίο κατοχυρώθηκαν στην Ελλάδα συνδικαλιστικές ελευθερίες και δικαιώματα; Σε μια χώρα στην οποία οι εργαζόμενοι δεν είχαν, καν, αυτού του τύπου τις ελευθερίες;
Πόσοι, εν συνεχεία, θα σπαταλήσουν δέκα λεπτά από τον χρόνο τους για να δουν ότι οι ημέρες συνδικαλιστικών αδειών που προβλέπονται από τη σχετική ελληνική νομοθεσία δεν αποκλίνουν σοβαρά από τον μέσο όρο των αντίστοιχων αδειών σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες;
Πόσοι -ακόμη λιγώτεροι- θα ψάξουν, λίγο, μετά το προφανές, ό,τι δηλαδή, η ουσιαστική διαφορά μεταξύ του Έλληνα και του Ευρωπαίου συνδικαλιστή δεν βρίσκεται στις μέρες της άδειας αλλά σε άλλα θέματα που έχουν να κάνουν με την κοινωνική ευθύνη και τη λογοδοσία;
Ο Ευρωπαίος συνδικαλιστής αναλαμβάνει ευθύνη όχι απέναντι στο κόμμα ή την παράταξή του αλλά απέναντι στους εργαζόμενους. Ο συνδικαλιστής πρέπει να προσκομίσει τα πειστήρια για να αποδείξει ότι οι μέρες άδειας που πήρε ήταν για να προσθέσουν αξία στα επιχειρήματα των εργαζομένων έναντι της εργοδοσίας. Να αποδείξει ότι εμπλούτισαν τα επιχειρήματα, τη γνώση και την εμπειρία σε σχέση με τις διεκδικήσεις τους. Να αποδείξει, εν τέλει, ότι η συνδικαλιστική άδεια δεν είναι κοπάνα αλλά υποχρέωση και ευθύνη... Γι’ αυτό, και ο Βρεττανός νομοθέτης δεν αναφέρει τον ακριβή αριθμό των ημερών που απαιτούνται για να συμβούν τα προηγούμενα, αλλά αριθμό «reasonable days», όσων, δηλαδή, χρειάζονται για να γίνουν... Ο Βρεττανός συνδικαλιστής δεν θα πάρει, απλώς, τόσες μέρες άδεια όσες χρειάζεται για να κάνει τη δουλειά του, αλλά θα πρέπει -κιόλας- να την κάνει! Και θα ελεγχθεί γι’ αυτό: Και από τους συναδέλφους του και από την υπηρεσία του που του χορήγησε την άδεια.
Μπορείτε να σκεφθείτε αυτή τη σκηνή παρ’ ημίν; Διευθυντής Διοικητικού να εγκαλεί συνδικαλιστή γιατί δεν εμπλούτισε, δεν βελτίωσε την επιχειρηματολογία των εργαζομένων εναντίον της εργοδοσίας;
Μπορείτε να σκεφθείτε, έστω για μια στιγμή, τον Έλληνα εργαζόμενο να παίρνει τα δικαιώματά του στα σοβαρά; Ούτε να τα εκχωρεί σε επαγγελματίες επαναστάτες ούτε να μοιρολατρεί επειδή κάποιοι, συνωμοτούντες, του τα αφαιρούν; Να αγωνίζεται γι’ αυτά όπως και για εκείνα τα άλλα, που προστατεύουν την αυστηρά προσωπική του σφαίρα; Να μάχεται για τον κοινωνικό εαυτό του όπως και για τον άλλο, τον προσωπικό, εαυτό του;
Αλλά κάτι τέτοιο θέλει πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια από την μεμψίμοιρη κριτική ή την «μαγκιά» της άσκοπης καταγγελίας των πάντων. Θέλει, πρώτα απ’ όλα, σοβαρή προσωπική δέσμευση απέναντι στα κοινά. Θέλει να αποφασίσουμε για την στέρηση εκείνων των ψευδο-ευδαιμονιών που μας «ανήκουν» ώστε να μπορέσουμε να επανα-διεκδικήσουμε την πραγματική αξιοπρέπεια και –ναι, γιατί όχι;- ευδαιμονία. Απαιτούν την ανάπτυξη του «κοινωνικά νοήμονος» πολίτη. Ενός, δηλαδή, χειραφετημένου κοινωνικά εαυτού που αντιπαρατίθεται, που επιχειρηματολογεί, που αγωνίζεται για την οριοθέτηση του κοινωνικού του ρόλου, θέτοντας εκποδών τους «επαγγελματίες» του είδους.
Αλλά, όλο αυτό προϋποθέτει μια κοπιώδη προσπάθεια αυτογνωσίας. Αυτήν, ακριβώς, που, συχνά, προσπαθούμε ως λαός, ως εργαζόμενοι, να αποφύγουμε. Νωθροί ακόμη από την τρυφηλότητα των λαϊφστυλίστικων πομφόλυγων της τελευταίας εικοσαετίας, δεν θέλουμε να σταθούμε μπροστά στο πραγματικό κοινωνικό, συλλογικό μας είναι, να συνειδητοποιήσουμε πόσο μικρό είναι, να μην το λοιδωρήσουμε αλλά να αγωνιστούμε για να του δώσουμε μεγαλύτερη δύναμη και αξία. Εάν το καταφέρουμε, τότε θα σταματήσουμε να συζητάμε για το πόσες μέρες άδεια πήρε ο συνδικαλιστής. Τότε θα συζητάμε για το κατά πόσον ο συνδικαλιστής εκπροσώπησε επάξια τους συναδέλφους του στον αγώνα τους ενάντια στην αυθαιρεσία, τη βία και τη λεηλασία των καιρών...
Τότε θα έχει σημάνει η αρχή του τέλους των επαγγελματιών πολιτικών, των συνδικαλιστών και των, κάθε λογής, εκμαυλιστών. Και, τότε, οι έννοιες της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας θα ανα-νοηματοδοτηθούν.
Οι καιροί ου μενετοί.
Πηγή: inerp.gr
Παρακαλούμε Σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού για να συμμετάσχετε στη συζήτηση.