Στην φάση αυτή κυριαρχούν βαθύτερες ανορθολογικές τάσεις, οι οποίες εντείνονται όσο η μάζα διέπεται από την ανωνυμία και την ανευθυνότητα. Στο επίπεδο αυτό η επικοινωνία με την μάζα έχει μία ανορθολογική βάση –τις συλλογικές πεποιθήσεις και, κυρίως, ένα εργαλείο, την άμεση ή από απόσταση υποβολή.
Η τελευταία, όπως υποστηρίζει και ο καθηγητής Ψυχολογίας κ.Νικ. Χρηστάκης, συνίσταται στο να «βάζουμε» στο μυαλό του «μαζικού ανθρώπου» μία ιδέα και αυτός να αισθάνεται ότι την έχει σκεφθεί ο ίδιος, με αποτέλεσμα να ταυτίζεται με αυτήν. Συνεπώς, τα «μαζικά άτομα» δεν μπορούν να σκεφθούν λογικά, δεν γνωρίζουν τις αποχρώσεις, δεν ανέχονται τον αντίλογο και δεν προάγουν στο εσωτερικό τους τις διαλεκτικές συζητήσεις, υιοθετώντας ή απορρίπτοντας τις απόψεις στο σύνολό τους. Είναι ετεροκίνητα, εύπιστα, ευμετάβλητα, ασταθή, παρορμητικά, μισαλλόδοξα, δογματικά, ουτοπικά, αυταρχικά και συντηρητικά –ειδικά δε το τελευταίο σημαίνει ότι τείνουν πάντα να επαναφέρουν την τάξη πραγμάτων την οποία μόλις ανέτρεψαν και, συνεπώς, η επαναστατικότητά τους είναι μυθώδης και φαινομενική.
Μπορούμε έτσι να πούμε ότι στα μαζικά δρώμενα αθροίζεται η ανοησία των συμμετεχόντων και όχι η υπάρχουσα σύνεσή τους. Οι αρχαίοι Αθηναίοι το γνώριζαν αυτό από πρώτο χέρι και είχαν, ματαίως, διαμορφώσει ειδικούς κανόνες στην εκκλησία του Δήμου για να προστατευθούν από τον δικό τους ανεξέλεγκτο παραλογισμό –που, για παράδειγμα, τούς είχε οδηγήσει στην καταδίκη σε θάνατο στρατηγών τους μετά την νικηφόρα ναυμαχία στις Αργινούσες.
Από την άλλη μεριά, θα πρέπει να γίνει δεκτή η –ιστορικά αποδεδειγμένη– άποψη ότι ο συλλογικός παραλογισμός είναι όντως άρρηκτα συνδεδεμένος με μαζικές καταστροφές. Τα ιστορικά παραδείγματα είναι πάμπολλα: το μαζικό πατριωτικό παραλήρημα στρατιωτών και λαού των δυτικών εθνών όταν ξεκινούσε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η πιο παράλογη και αναίτια μαζική καταστροφή στην ιστορία της ανθρωπότητας• η αντίστοιχη συμπεριφορά του γερμανικού λαού στις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου• η άνοδος του φασισμού στην Ιταλία• η αποδοκιμασία του Ελευθ. Βενιζέλου στις εκλογές του 1920 και, πιο πρόσφατα, ο παραλογισμός πρώην κομμουνιστικών ηγετών στα Βαλκάνια –είναι όλα παραδείγματα τα οποία αποδεικνύουν τον ολέθριο χαρακτήρα αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών της μάζας.
Άλλωστε, αναγνωρίζεται από ψυχολόγους, ανθρωπολόγους και ειδικούς της επικοινωνίας ότι, όταν οι συλλογικές συμπεριφορές γίνουν μαζικές, διαμορφώνονται με βάση τους δικούς τους νόμους, που οι κοινωνικές επιστήμες –παρά την ένδοξη και μακραίωνα ιστορία τους, από τον Αριστοτέλη και τον Ιμπν Χαλντούν μέχρι τον Άνταμ Σμιθ, τον Μαρξ, τον Κέϋνς, τον Βέμπερ και τον Φρήντμαν– δεν έχουν ακόμα επιτύχει να περιγράψουν επαρκώς, ούτε έχουν επινοήσει κριτήρια και μέθοδο ώστε να μπορούν να προβλέπουν με ασφάλεια τα διάφορα είδη κοινωνικών συμπεριφορών.
Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σήμερα ακριβώς σε μία τέτοια στιγμή φορτίσεως και μαζικού αποπροσανατολισμού. Με την βοήθεια και ενός σκοτεινού και ανώνυμου Διαδικτύου, οι ολέθριες δυνάμεις του συλλογικού παραλογισμού αναδεύονται, ανέρχονται και αναδεικνύονται, ένα βήμα πριν μαζικοποιηθούν, με τρόπο θανάσιμα επικίνδυνο για την συνοχή και το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας. Μιας κοινωνίας, η οποία τριάντα και πλέον χρόνια τώρα βιώνει τις πιο αποκρουστικές και ρυπαρές μορφές κάθε μορφής λαϊκισμού.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως πολύ σωστά επισημαίνει το Athens Review of Books (ARB), οι ακραίες πολιτικές εκφράσεις στην Δεξιά και στην Αριστερά κερδίζουν έδαφος, ενώ νομιμοποιείται η συνάντηση αριστερού και δεξιού εθνικολαϊκισμού. Κερδίζουν έδαφος οι νοσταλγοί του Στάλιν (που μεταμορφώνονται σε ριζοσπάστες εθνοκομμουνιστές), κερδίζουν έδαφος οι πυρομανείς και οι θαυμαστές του Τσάβες ή των εξουσιαστών της τέως KGB, κερδίζουν έδαφος skinheads που χαιρετούν ναζιστικά, μπαίνουν στα σαλόνια των τέως κομμάτων εξουσίας οι θαυμαστές του Λεπέν και οι τηλεπωλητές του εθνικισμού, φτιάχνουν e-κόμματα οι νέοι Παλαιολόγοι της συνωμοσιολογίας.
Ασφαλώς όλοι τούτοι δεν επωάστηκαν τυχαίως. Μάς οδήγησαν εδώ προπάντων η ασύστολη σπατάλη του δημοσίου χρήματος, το πελατειακό κράτος, η ανοχή στην διαφθορά και η προαγωγή κάθε είδους δημαγωγίας και ακρότητας από την μεγάλη πλειονότητα των μέσων μαζικής «ενημέρωσης». Και οι υπεύθυνοι είναι πάντα παρόντες προσπαθώντας να συσκοτίσουν τις ευθύνες τους και να διατηρήσουν τα υπολείμματα των καθημαγμένων επικρατειών τους. Η προσπάθειά τους να διατηρήσουν τα προνόμια και την κυριαρχία τους, η ανικανότητά τους στην διαχείριση των πραγματικών προβλημάτων τώρα που τα εύκολα χρήματα που δανείζονταν από το μέλλον δεν υπάρχουν πια, η εμμονή τους στην προστασία των πελατών τους εις βάρος του κοινωνικού συνόλου –όλα αυτά τροφοδοτούν την οργή και πολλαπλασιάζουν τον θυμό του απλού πολίτη και παροξύνουν τους συλλογικούς παραλογισμούς.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ο ανήμπορος πολίτης βομβαρδίζεται μέσω Διαδικτύου με ουρανομήκεις ψευδολογίες και δήθεν ερμηνείες για την κρίση, αλλά και με προτάσεις να προσχωρήσει σε «κινήματα» σαφέστατα ολοκληρωτικού και χυδαίου στο έπακρον προσανατολισμού. Ευκολότερα, έτσι, ο γενικώς μη ενημερωμένος πολίτης –που, ωστόσο, αμφιβάλλουμε για το αν επιθυμεί και να ενημερωθεί– οδηγείται στις ολισθηρές ατραπούς των προκαταλήψεων και στις γελοίες, αλλά εύκολες, λύσεις των εξωτερικών εχθρών που «επιβουλεύονται το έθνος».
Η λογική εγκαταλείπεται, ο κοινός νους υποχωρεί, τα ελεύθερα πνεύματα καταδιώκονται και οι δυνάμεις του ζόφου αναλαμβάνουν το έργο της κοινωνικής εκθεμελιώσεως. Από την άλλη πλευρά, στον παραλογισμό έρχεται να προστεθεί και η ανομία την οποία καλλιεργούν πολιτικές παρατάξεις και συγκεκριμένα συντεχνιακά συμφέροντα, ακόμα και στον χώρο της δικαιοσύνης. Συμβαίνει έτσι στην Ελλάδα του 2012 περίπου ό,τι είχε συμβεί στην προ-φασιστική Ιταλία, με τις γνωστές στην συνέχεια συνέπειες.
Είναι σαφές ότι, στην Ελλάδα της κρίσεως, η ελληνική κοινωνία των πολιτών είναι πλήρως εξαφανισμένη, απροστάτευτη και με σοβαρά τραύματα στην αξιοπρέπειά της. Συνεπώς, πέρα από την οικονομική κατάρρευση που επιδιώκουν οι άνθρωποι του ζόφου, στην χώρα διακυβεύονται πλέον σοβαρότατα και θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα –διακύβευμα το οποίο, από μόνο του, θα πρέπει να ξεσηκώσει την κοινωνία των πολιτών απέναντι στους εχθρούς της. Φθάνει πια.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Πηγή: European Business Review
Δημοσιεύτηκε: Τρίτη, 13 Μαρτίου 2012