Το ελληνικό λιανεμπόριο είναι το πλέον πληθωρικό στην Ευρώπη. Με 70 καταστήματα ανά 1.000 κατοίκους, η Ελλάδα κατέχει το αδιαφιλονίκητο ευρωπαϊκό ρεκόρ, το οποίο σήμερα βιώνει την άλλη όψη του νομίσματος, αυτήν της κοινωνικής κρίσης. Η κάμψη της ζήτησης, άρα και της κατανάλωσης, στην χώρα μας οδηγεί στο κλείσιμο χιλιάδων οριακών καταστημάτων, τα περισσότερα από τα οποία φυτοζωούσαν ακόμα και την εποχή των παχειών αγελάδων. Διότι, σε μεγάλο βαθμό, στην χώρα μας η ενασχόληση με το εμπόριο ήταν ευκαιριακή, οριακή και στην ουσία συγκάλυπτε ανεργία. Υπήρχαν, όμως, και περιπτώσεις όπου το εμπόριο αποτελούσε συμπληρωματική μορφή δραστηριότητας ανθρώπων που ήσαν ενταγμένοι στην μισθωτή εργασία, ιδιαίτερα δε στον δημόσιο τομέα.
Σίγουρα, η κατάσταση αυτή ανατρέπεται άρδην και είναι σαφές ότι ήδη έχει υψηλό κοινωνικό κόστος. Το κλείσιμο 60.000 και πλέον εμπορικών καταστημάτων από το 2009 έως τα τέλη του 2011 σημαίνει υψηλή ανεργία αλλά και σοβαρά προβλήματα φερεγγυότητας στην αγορά. Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, είναι βέβαιον ότι η κρίση θα λειτουργήσει εξυγιαντικά και θα δημιουργήσει νέες εμπορικές συνθήκες στην αγορά, στην οποία ο ρυθμός του ηλεκτρονικού εμπορίου είναι ήδη ανοδικός.
Το 2011 υπήρξε μία οδυνηρή χρονιά για το λιανεμπόριο, το οποίο υπολογίζεται ότι έχασε 18 δισεκατ. ευρώ σε τζίρο και 26.000 θέσεις εργασίας. Επίσης, η χρονιά που πέρασε ήταν δυσάρεστη και για αρκετές επώνυμες επιχειρήσεις, ορισμένες από τις οποίες προσέφυγαν στο περίφημο άρθρο 99. Έτσι, σήμερα, στην μακρά λίστα των εταιρειών που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους υπάρχουν, μεταξύ άλλων, ο εισαγωγικός όμιλος Ridenco, η αλυσσίδα ανδρικής ένδυσης Γλου, η άλλοτε συνδεδεμένης της εταιρεία αθλητικών ειδών Puma, η εισαγωγική εταιρεία Λ.Γαβαλάς, η βορειοελλαδίτικη αλυσσίδα παιχνιδιών Κου-Κου, που πέτυχε να ενταχθεί στο άρθρο 99, η εταιρεία παιδικών ρούχων Grant, κ.α. Σε αναδιαρθρώσεις δικτύου, κλείσιμο ζημιογόνων καταστημάτων, μείωση προσωπικού και περιορισμό του κόστους λειτουργίας έχουν προχωρήσει επίσης μεγάλες επιχειρήσεις όπως τα Hondos Center, η Ηλεκτρονική, τα Sprider Stores, η Neoset κ.α., ενώ διαρκής θεωρείται η επανεξέταση της τοποθέτησης που έχουν στην αγορά. Σοβαρά προβλήματα υπάρχουν και στον χώρο του βιβλίου, στον οποίον όμως ήδη παρατηρούνται και σοβαρές διαρθρωτικές ανακατατάξεις.
Έτσι, στο πλαίσιο αυτής της νέας πραγματικότητας για το ελληνικό λιανεμπόριο –το οποίο, σύμφωνα με έρευνα της McKinsey, έχει καλές προοπτικές– υπάρχουν και εταιρείες που πάνε καλά. Οι ανθεκτικότερες επιχειρήσεις, που έχουν διασφαλίσει ρευστότητα, διατηρούν ελεγχόμενο δανεισμό και διαθέτουν άμυνες, αποδύονται σε αγώνα προσάρτησης μεριδίων στην εγχώρια αγορά, ενώ κάποιες εντείνουν τις προσπάθειες διεθνοποίησής τους ώστε τα προσεχή χρόνια να αντισταθμίσουν τις απώλειες από την εσωτερική αγορά. Ο όμιλος Φουρλή εκτιμά ότι κατέχει μερίδιο 18% στην αγορά επίπλου και οικιακού εξοπλισμού, από 12% το 2009. Ο όμιλος Jumbo συνεχίζει να αυξάνει κύκλο εργασιών και να διατηρεί την ηγετική θέση στην αγορά παιχνιδιού και βρεφικών ειδών, ενώ μερίδια σε μία αγορά που φθίνει κερδίζουν τόσο η Πλαίσιο όσο και ο τομέας ένδυσης του ομίλου Folli Follie (πρώην Elmec), κυρίως λόγω της προσάρτησης νέων σημάτων ένδυσης τα οποία έμειναν «ορφανά» μετά την αδυναμία των προηγούμενων αντιπροσώπων να τα υποστηρίξουν.
Εντυπωσιακή θα είναι το 2012 και η πορεία του ομίλου ΑΒ Βασιλόπουλος, ο οποίος έχει προγραμματίσει και νέα καταστήματα να εγκαινιάσει, αλλά και ορισμένες εμπορικές καινοτομίες να αναδείξει. Όπως μάς είπε δε ο καθηγητής κ. Γιώργος Δουκίδης, άνοδος πάνω από 30% αναμένεται και στο ηλεκτρονικό εμπόριο, το οποίο εκτιμάται ότι το 2012 θα κλείσει με τζίρο 2,1 δισεκατ. ευρώ.
Είναι λοιπόν σαφές ότι δεν είναι όλα μαύρα στο ελληνικό λιανεμπόριο, στο οποίο ήδη αναδύονται οι συνθήκες του μέλλοντός του.
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Πηγή: European Business Review