Άρθρο από το Ελληνάκι
Η απεργία εδραιώθηκε ως αναπόφευκτο μέσο αντίδρασης στα τέλη του 19ου αιώνα, τότε που η βιομηχανική επανάσταση άλλαζε ραγδαία τις κοινωνικές δομές και τις υπάρχουσες τάξεις. Ελλείψει της αστικής τάξης, που μετέπειτα λειτούργησε ως ένα είδος φίλτρου ανάμεσα στα ανώτερα και κατώτερα οικονομικά στρώματα, αλλά και ελλείψει οποιασδήποτε εργατικής νομοθεσίας και δικαιοδοσίας, αναγκαστικά η απεργία αποτέλεσε τον μοναδικό τρόπο αντίδρασης εργατών και υπαλλήλων για τις αδικίες που πολύ συχνά έπρεπε να υποστούν. Εξαντλητικά ωράρια, 6-7ήμερη εργασία, μισθοί αποσυνδεμένοι από την παραγωγικότητα και την κερδοφορία, ανθυγιεινές συνθήκες και ανυπαρξία οποιασδήποτε επαφής και διαλόγου με την εργοδοσία, ήταν μερικά από τα στοιχεία που έπρεπε να ανταπεξέλθουν εκατομμύρια άνθρωποι, προκειμένου να επωφεληθούν με ένα απειροελάχιστο ποσοστό από τον πλουτισμό των εκάστοτε ελίτ.
Η απεργία βασίστηκε στο απλό σκεπτικό ότι εφόσον δεν υπήρχαν νόμοι ή καλλιεργημένη κοινωνική συνείδηση που θα «κατανοούσε» και θα προστάτευε τους εργαζόμενους από αυτά τα στοιχεία, ο μόνος τρόπος για να έρθει η οποιαδήποτε εργοδοσία σε διάλογο, θα ήταν να ζημιωθεί οικονομικά ώστε να κατανοήσει την πραγματική παραγωγική αξία των εργαζομένων. Άρα βασική αρχή της απεργίας ήταν πρωτίστως η οικονομική ζημιά της εργοδοσίας, που στη συνέχεια θα εξαναγκάζονταν σε διαπραγμάτευση με τα όποια αιτήματα των εργαζομένων. Ένας άτυπος εκβιασμός που αφορούσε κυρίως τον κλειστό κύκλο της σχέσης εργαζόμενου - εργοδότη.
Τα χρόνια πέρασαν, η δημοκρατία αναπτύχθηκε στα δυτικά κράτη, η αστική τάξη διογκώθηκε και μαζί με τις κοινωνικές απαιτήσεις για βελτίωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, επήλθε και βελτίωση των εργασιακών που συνεχώς, ακόμα και σήμερα μοιάζουν με ένα παιχνίδι «tug-o-war» που προσαρμόζεται στις εκάστοτε οικονομίες. Σε κάθε περίπτωση όμως, υπάρχει η εργατική νομοθεσία, η συνεχής έρευνα για την ασφάλεια και υγιεινή στην εργασία, και θεσμικοί μηχανισμοί στους οποίους μπορεί καταφεύγει ο εργαζόμενος. Οι απεργίες εξελίσσονται συνήθως μετά από διαρκή διάλογο, ως ύστατη λύση και ως μέσο πίεσης σε συγκεκριμένα ιδιωτικά συμφέροντα.
Στην Ελλάδα τα πράγματα εξελίχθηκαν ελαφρώς διαφορετικά. Ενώ ακολουθήθηκε κουτσά στραβά το ίδιο μοντέλο, οι απεργίες άκμασαν κυρίως στο χώρο του Δημοσίου Τομέα, όπου όσον αφορά το καθεστώς της εργοδοσίας, ισχύει κάτι που συνεχώς ξεχνάμε. Ότι εργοδότης δεν είναι η εκάστοτε Κυβέρνηση, αλλά το Κράτος. Δηλαδή, ένα σύνθετο μόρφωμα όπου η μισθοδοσία εξασφαλίζεται από τους πόρους των πολιτών, και η διαχείριση από ανώνυμα τμήματα που ονομάζονται Υπουργεία και κατά κανόνα εξυπηρετούν πολιτικά συμφέροντα. Έτσι, σε οποιαδήποτε απεργία στον Δημόσιο Τομέα, ο εργοδότης που ζημιώνεται οικονομικά είναι οι πολίτες, και αυτός που ζημιώνεται, ας πούμε θεσμικά, το εμπλεκόμενο Υπουργείο. Δεν υπάρχει σαφής, επώνυμος εργοδότης που θα καταγράψει ζημιές, πέρα από κάποιο ενδεχόμενο πολιτικό κόστος. Και στην ουσία, αυτό το τελευταίο είναι στο οποίο στοχεύουν οι όποιες απεργίες. Να δημιουργηθεί, δηλαδή, ένα είδος δυσφήμισης για το χαρτοφυλάκιο του εκάστοτε Υπουργού που ενδεχομένως να ξεσηκώσει κάποια αόριστη κοινωνική αποδοχή.
Οι ελληνικές απεργίες στον Δημόσιο Τομέα παίζουν στην ίδια σκακιέρα που παίζεται το πολιτικό παιχνίδι της μεταπολίτευσης εδώ και 30 χρόνια. Αυτό όπου απλά κομματικοί στρατοί και συγκεκριμένα συμφέροντα αλληλοσυγκρούονται. Οργανωμένες συντεχνίες, ή μεμονωμένες κλαδικές περιπτώσεις, προσπαθούν με πολιτικό τρόπο (και φυσικά με τη στήριξη κάποιου συστημικού κόμματος) να εκβιάσουν καταστάσεις, πάντα όμως εντός της ίδιας σκακιέρας. Ποτέ σε σχέση με την υπόλοιπη κοινωνία, άσχετα αν τελικά, επί του πρακτέου, ο εργοδότης τους είναι η υπόλοιπη κοινωνία, η ευρυθμία της οποίας ζημιώνεται άμεσα από την απεργία. Γι' αυτό και οι συγκεκριμένοι απεργοί φροντίζουν να διανθίζουν τις κινητοποιήσεις τους με εθνοπατριωτικές φανφάρες, και συνεχώς αναφέρονται στο συμφέρον του λαού. Γενικά και αόριστα. Απλά για να δημιουργήσουν έναν εικονικό κρίκο που θα συνδέσει την κοινωνία με τα αιτήματά τους. Το κομματικοποιημένο ελληνικό Κράτος, που εδώ και 190 σχεδόν χρόνια γίνεται βορά σε διάσπαρτα πολιτικά και οικονομικά μικρά και μεγάλα συμφέροντα, απλά προσφέρει το έδαφος για τέτοιου είδους παιχνίδια που τελικά αφορούν μόνο το ίδιο το σύστημα και όχι την κοινωνία. Η τελευταία, απλά κάνει υπομονή ή αναλώνεται σε ανούσιες ρητορικές που, καθαρά για λόγους αντιπερισπασμού, ανάγουν ρεαλιστικά προβλήματα σε ιδεοπολιτικά.
Πηγή: ellinaki.blogspot.gr