Είναι κοινός τόπος ότι χωρίς αποτελεσματική λειτουργική και οργανωμένη Δημόσια Διοίκηση δεν μπορεί να λειτουργήσει ούτε η οικονομία ούτε η Δημοκρατία. Το σύνολο των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών προσκρούει στην αδυναμία της Δημόσιας Διοίκησης να τις εφαρμόσει. Ολες σχεδόν οι δυσλειτουργίες της οικονομίας προκύπτουν από την έλλειψη σοβαρού και αξιόπιστου κρατικού μηχανισμού.
Η λειτουργία ενός αποτελεσματικού κράτους σε όλους τους τομείς, από την απονομή δικαιοσύνης ως την Παιδεία και την ασφάλεια, εξαρτάται από την αποτελεσματική και ανεξάρτητη Δημόσια Διοίκηση. Η Δημόσια Διοίκηση οφείλει να παίρνει κατευθύνσεις από την πολιτική ηγεσία, τις οποίες και να υλοποιεί με βάση τους νόμους που ψηφίζονται από την νομοθετική εξουσία.
Η μεταρρύθμιση αυτή βρίσκεται στο επίκεντρο της αλλαγής των δομών του πελατειακού συστήματος και αποτελλεί βασική προϋπόθση για την δημιουργία σύγχρονου και δημοκρατικού κράτους Δικαίου.
Ο ρόλος των υπουργών και των συμβούλων τους είναι να δίνουν τις κατευθύνσεις για τις δράσεις της Διοίκησης, να ζητούν τις τεχνικές εισηγήσεις της για την εφαρμογή των πολιτικών που έχουν αποφασίσει, να δίνουν την έγκριση και να παρακολουθούν την εφαρμογή τους, να βελτιώνουν με δομικές αλλαγές την αποτελεσματικότητα της Διοίκησης.
Η πολιτική ηγεσία δεν υποκαθιστά την Δημόσια Διοίκηση στην εργασία της και δεν εμπλέκεται σε αυτήν. Ούτε αναλαμβάνει τις ευθύνες της Διοίκησης, ούτε την εξαναγκάζει σε παρανομίες.
Συνεπώς κεντρικός στόχος είναι να κοπεί ο ομφάλιος λώρος της κομματικής λειτουργίας του Κράτους: η Διοίκηση αποκτά φυσική ηγεσία με γνώση και εμπειρία, εξατομεικευμένες ευθύνες, αξιολόγηση και δομή.
Ανάμεσα στους εκατοντάδες χιλιάδες Δημόσιους Λειτουργούς, υπάρχουν πάρα πολλοί, η πλειοψηφία, που έχουν και τις γνώσεις και την εμπειρία και την θέληση και την τιμιότητα να κάνουν το κράτος να λειτουργήσει.
Ευθύνη μας είναι να δημιουργήσουμε τις διαδικασίες που θα τους επιτρέψουν να το κάνουν και να τους δώσουμε το αντίστοιχο κίνητρο.
Η δημιουργία σύγχρονου Κράτους Δικαίου περιλαμβάνει τις ακόλουθες μεταρρυθμίσεις:
Α. Μόνιμοι Γενικοί Γραμματείς προερχόμενοι από την Διοίκηση με εξαετή θητεία.
Ο Γενικός Γραματέας αποτελλεί την κορυφή της διοικητικής ιεραρχίας της Διοίκησης σε κάθε Υπουργείο, συνιστά την θεσμική μνήμη της Διοίκησης, εξασφαλίζει την συνέχεια του Κράτους και την ανεξαρτησία της Διοίκησης.
Επιλέγεται μεταξύ των στελεχών της ιεραρχίας της Δημόσιας Διοίκησης, μεταξύ οιουδήποτε ενδιαφερόμενου υποψήφιου δημόσιου λειτουργού με βαθμό υποδιευθυντή και άνω και τουλάχιστον 15 έτη υπηρεσίας. Ο ΓΓ είναι υπεύθυνος για την νομιμότητα των πράξεων της διοίκησης και έχει δικαίωμα υπογραφής όλων των διοικητικών πράξεων εκτός των προτάσεων νόμου.
Η επιλογή του Γενικού γραμματέα κυρώνεται από την αρμόδια Επιτροπή της Βουλής. Η επιλογή του γίνεται από ειδική επιτροπή που αποτελείται από εκπροσώπους του ΑΣΕΠ, του Συνήγορου του Πολίτη, του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης. Στην εισηγητική διαδικασία συμμετέχουν και εξειδικευμένες εταιρείες με διεθνή εμπειρία αξιολόγησης στελεχών.
Η αμοιβή του ΓΓ καθορίζεται αντίστοιχα με τις ευθύνες του και ισούται με αυτή του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Η θέση του Γενικού Γραμματέα είναι η κορύφωση της καριέρας του επιτυχημένου Δημοσίου Υπαλλήλου. Ταυτόχρονα είναι ο άνθρωπος που εξασφαλίζει την συνέχεια του κράτους και την μνήμη της Διοίκησης ενώ έχει τα θεσμικά εφόδια για να αντισταθεί σε οιαδήποτε πίεση της πολιτικής ηγεσίας για διενέργεια μη σύννομων πράξεων. Διαθέτει επίσης βαθειά γνώση της Διοίκησης στον τομέα του και τεχνοκρατική κατάρτιση.
Β. Γενικοί Διευθυντές με εξαετή θητεία και σαφείς αποφασιστικές αρμοδιότητες και ευθύνες.
Επιλέγονται με τρόπο επιλογής αντίστοιχα ανεξάρτητο με αυτόν του Γενικού Γραμματέα. Στην διαδικασία επιλογής συμμετέχει και ο Γενικός Γραμματέας ο οποίος και κυρώνει την απόφαση.
Στην επιλογή δεν έχει λόγο η Εκτελεστική Εξουσία παρά μόνο για τόν έλεγχο του σύννομου των διαδικασιών.
Με τον ίδιο τρόπο σε όλη την ιεραρχία θα γίνεται και η επιλογή των στελεχών της Διοίκησης κατόπιν εξέτασης των φακέλων, υποψηφιοτήτων και αξιολόγησης των υποψηφίων.
Δημιουργούνται οργανογράμματα με θέσεις ευθύνης με συγκεκριμένες αρμοδιότητες και υποχρεώσεις σε κάθε επίπεδο.
Γ. Αξιολόγηση παντού.
Δείκτες απόδοσης Υπηρεσιών και δείκτες απόδοσης ατομικοί συνδεόμενοι με την διοικητική εξέλιξη και οικονομικά κίνητρα. Μεταφορά δοκιμασμένων συστημάτων αξιολόγησης από τις αποτελεσματικές ευρωπαϊκές διοικήσεις.
Δ. Εξατομίκευση της ευθύνης για πράξεις ή παραλλείψεις με ταυτόχρονη αλλαγή της αρχής λήψης απόφασης επί αιτημάτων των πολιτών.
Κάθε υπόθεση χρεώνεται σε έναν υπάλληλο ο οποίο έχει συγεκριμένο χρόνο για να την διεκπεραιώσει, ο οποίος ορίζεται Διοικητικά, λαμβάνοντας υπόψη τον μέσο χρόνο για την διεκπεραίωση αντίστοιχων υποθέσεων με το κατάλληλο πρόσθετο περιθώριο. Δεν υπάρχουν αχρέωτες υποθέσεις. Αξιολόγηση ταχύτητας και ποιότητας διακπεραίωσης υποθέσεων.
Μη απάντηση σε αίτημα πολίτη εντός καθορισμένου διοικητικά κατά περίπτωση χρόνου θεωρείται έγκριση από τον αρμόδιο υπάλληλο. Δηλαδή σε περίπτωση μη απάντησης από την Διοίκηση το θέμα θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτό από την υπηρεσία όσον αφορά τον πολίτη.
Η διοίκηση εξακολουθεί να έχει δυνατότητα προσφυγής κατά της απόφασής της αλλά αυτή θα προϋποθέτει επίσης αυτόματα κυρώσεις προς τον αρμόδιο δημόσιο λειτουργό.
Τυχόν ζημίες για το Κράτος αναζητούνται και από τους αρμόδιους υπαλλήλους.
Ε. Οικονομική αναβάθμιση. Η εξομοίωση των αμοιβών στην διοίκηση οδηγεί ως αντικίνητρο για την ανάληψη ευθυνών και πρωτοβουλιών.
Σύνδεση της αμοιβής με την θέση ευθύνης και αποσύνδεση από την διάρκεια υπηρεσίας και βαθμολογική εξέλιξη.
Η βαθμολογική εξέλιξη δίνει την δυνατότητα της ανάληψης θέσης ευθύνης αλλά δεν την προκαλεί αυτόματα.
Τα ανώτερα και ανώτατα στελέχη πρέπει να λαμβάνουν αμοιβές ανταγωνιστικές προς αυτές του ιδιωτικού τομέα συνδεόμενες με την θέση και την ευθύνη που αναλαμβάνουν και όχι με την βαθμολογική εξέλιξη.
Δημιουργία πλέγματος οικονομικών κινήτρων και αντικινήτρων συνδεόμενα τόσο με το αποτέλεσμα της βελτίωσης της ποιότητας λειτουργίας μιας υπηρεσίας, αντικειμενικά μετρούμενο από τους χρήστες της, όσο και με την αντίστοιχη εξοικονόμηση πόρων.
Η εξοικονόμηση πόρων σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, σε κάθε υπηρεσία θα συνδέεται με την οικονομική αναβάθμιση των υπαλλήλων της. Η εξοικονόμηση θα μεταφέρεται κατά 50% στις αμοιβές τους και κατά 50% θα οφελεί το σύνολο του κρατικού προϋπολογισμού.