Η απόφαση για έκτακτη φορολόγηση των καταθέσεων στην Κύπρο σοκάρει. Έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τις έως σήμερα διαβεβαιώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δια του Επιτρόπου Όλι Ρεν. Ενδέχεται μάλιστα να οδηγήσει σε «αχαρτογράφητα νερά» με απρόβλεπτους κινδύνους για την Ευρωπαϊκή σταθερότητα.
Οι ιδιαιτερότητες του Κυπριακού τραπεζικού τομέα καθώς και οι ευθύνες του Ελληνικού κράτους για τα τοξικά ομόλογά του, δεν δικαιολογούν σε καμία περίπτωση την αδυναμία των Ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων, στη βάση και των εξαγγελιών του Προέδρου της ΕΚΤ για το πώς θα ανακεφαλαιοποιούνται οι τράπεζες χωρών που εντάσσονται στο μηχανισμό στήριξης. Η εφαρμογή διαφορετικών μέτρων και σταθμών στην αντιμετώπιση ευρωπαϊκών τραπεζικών συστημάτων με παρόμοιες ιδιαιτερότητες είναι επιπλέον μια πράξη ανήθικη και ασύμβατη με τα ευρωπαϊκά ιδεώδη.
Στην Κύπρο πλήττονται ακόμα και οι μικρές καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ, ένα μέτρο που στρέφεται εναντίον ανύποπτων, χαμηλού εισοδήματος αποταμιευτών. Είναι ένα σοβαρότατο πλήγμα στην αξιοπιστία της Ευρωζώνης. Συμπάσχουμε με τους ανθρώπους αυτούς. Είναι αδιανόητο ο καταθέτης να «τιμωρείται» για την εμπιστοσύνη του στα κράτη μέλη και τις εποπτικές αρχές της Ένωσης. Η Ευρωζώνη αυτοακυρώνεται.
Η «δημιουργία, ξανά!» πιστεύει αταλάντευτα στην Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Όσο ο διεθνής ανταγωνισμός εντείνεται, ισχυρές και λιγότερο ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες είναι όλες εκτεθειμένες σε αδυσώπητο διεθνή ανταγωνισμό, εκεί όπου κυριαρχούν ισχυρά και μεγάλα κράτη (π.χ. ΗΠΑ, Κίνα, Ινδία κλπ.).
Είναι άμεσα αναγκαίο ένα πανευρωπαϊκό κίνημα πολιτών για να ζωντανέψουμε, ξανά! την ιδέα της Ευρώπης. Δεν είναι δυνατόν στην ευρωζώνη να έχουμε διαφορετικό επίπεδο ασφάλειας για καταθέσεις σε διαφορετικά κράτη μέλη, εντελώς διαφορετικά φορολογικά συστήματα, κοινωνική πρόνοια και εργατικό δίκαιο. Η απόφαση για την Κύπρο μας απομακρύνει από την ευρωπαϊκό όραμα.
Η Ελλάδα, πέραν του καθήκοντος της να επαναπροσδιορίσει το ρόλο της στη διεθνή οικονομία και να θεραπεύσει τις εσωτερικές της αδυναμίες, οφείλει επιπλέον να βρεθεί στην εμπροσθοφυλακή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Καλείται να καταγγέλλει πράξεις και πρόσωπα που κινούμενα από εμμονές και εσωτερική ατζέντα υπονομεύουν το ευρωπαϊκό όραμα προτείνοντας ταυτόχρονα ρεαλιστικές, πειστικές και αξιόπιστες λύσεις, προς την κατεύθυνση της ουσιαστικής ευρωπαϊκής ενοποίησης.