Όλα τα κόμματα και όλες οι κυβερνήσεις ήθελαν να έχουν τη Δικαιοσύνη υποχείριό τους. Το ίδιο το Σύνταγμα βάζει την ταφόπλακα της ανεξαρτησίας της:
Άρθρο 90 παρ. 5: "Oι προαγωγές στις θέσεις του προέδρου και του αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, με επιλογή μεταξύ των μελών του αντίστοιχου ανώτατου δικαστηρίου, όπως νόμος ορίζει."
Δηλαδή η κυβέρνηση διορίζει την ηγεσία της Δικαιοσύνης. Υπάρχει περίπτωση δικαστής που ξέρει ότι η προαγωγή του εξαρτάται από το Υπουργικό Συμβούλιο, να διαφωνήσει με αποφάσεις της κυβέρνησης; Υπάρχει περίπτωση κυβέρνηση να επιλέξει δικαστές που ξέρει ότι δεν τους ελέγχει;
Και δεν είναι μόνο αυτό. Το άρθρο 91 παρ. 1 είναι ακόμα χειρότερο: "H πειθαρχική εξουσία στους δικαστικούς λειτουργούς, από το βαθμό του αρεοπαγίτη ή αντεισαγγελέα του Aρείου Πάγου και πάνω, ή στους αντίστοιχους με αυτούς, ασκείται από ανώτατο πειθαρχικό συμβούλιο, όπως νόμος ορίζει. Tην πειθαρχική αγωγή εγείρει ο Yπουργός Δικαιοσύνης."
Δηλαδή, οι δικαστικοί που κανονικά πρέπει να λειτουργούν ως αντίβαρα, ελέγχοντας τους πολιτικούς, μπορούν να διωχθούν από τους πολιτικούς!
Θα “μπει στο μάτι” του Υπουργού Δικαιοσύνης ένας δικαστής που δεν του κάνει "τα χατίρια", θα βρει ο Υπουργός κάποιο πρόσχημα για να τον διώξει πειθαρχικά και έχουμε την απαίτηση από το ανώτατο πειθαρχικό συμβούλιο που αποτελείται κυρίως από υπαλλήλους που περιμένουν από την κυβέρνηση να τους αξιολογήσει και να τους προαγάγει, να κρίνει δίκαια, δηλαδή ενδεχομένως να πάει κόντρα στη θέληση του Υπουργού Δικαιοσύνης!
Πρόκειται για την απόλυτη θεσμική παρακμή. Κανένας όμως πολιτικός και κανένα κόμμα δεν θίγει την ουσία του προβλήματος, δηλαδή το διάτρητο θεσμικό πλαίσιο. Όλοι χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τη χειραγώγηση της Δικαιοσύνης από τους άλλους, επιδιώκοντας να την χειραγωγούν αυτοί και όχι οι άλλοι!
Τι θα μπορούσε να γίνει; Η ίδια η Δικαιοσύνη να προτείνει για τη θέση του Προέδρου του Αρείου Πάγου 3 υποψηφίους μεταξύ των αντιπροέδρων και η Βουλή να επιλέγει τον καταλληλότερο με πλειοψηφία των 2/3 του σώματος ώστε να συγκεντρώνει διακομματική αποδοχή. Αν η Βουλή δεν κατάφερνε να επιλέξει, την επιλογή θα την έκανε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Το πώς θα προέκυπταν αυτά τα 3 ονόματα είναι θέμα συζήτησης. Θα μπορούσαν να είναι οι 3 αντιπρόεδροι που συγκεντρώνουν την υψηλότερη βαθμολογία σε ένα προκαθορισμένο πλαίσιο αξιολόγησης από την αρχή της σταδιοδρομίας τους που θα συνυπολόγιζε και την επιστημονική τους δραστηριότητα. Θα μπορούσαν, επίσης, να εκλέγονται από ένα ευρύ σώμα εκλεκτόρων (ώστε να αποκλειστεί η πιθανότητα συναλλαγής) που θα περιελάμβανε τους προέδρους εφετών και τους δικηγόρους παρ΄ Αρείω Πάγω (οι “πελάτες” ενός επαγγελματία είναι πάντα οι πιο αντικειμενικοί κριτές της αξίας του). Πάντως η λογική των θεσμικών αντίβαρων (checks and balances) στην άσκηση εξουσίας είναι: ο ένας θεσμός να προτείνει και ο άλλος να επιλέγει, όπως στις ΗΠΑ που προτείνει ο Πρόεδρος και επικυρώνει η Γερουσία.
Πειθαρχική δίωξη κατά ανωτάτου δικαστή μετά από καταγγελία ή αυτεπαγγέλτως θα μπορούσε να ασκήσει μόνο το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο το οποίο θα αποτελούνταν από τους εν ζωή πρώην προέδρους Αρείου Πάγου, Συμβουλίου Επικρατείας και Ελεγκτικού Συνεδρίου, με σύμφωνη γνώμη τουλάχιστον των 2/3 των μελών του.
Βέβαια, για να αλλάξουν οι θεσμοί πρέπει να ψηφιστούν πολιτικοί που θα θελήσουν να περιστείλουν οι ίδιοι τις εξουσίες τους, ώστε να εξυγιανθεί το θεσμικό πλαίσιο. Αλλιώς ο όρος “Ανεξάρτητη Δικαιοσύνη” θα εξακολουθήσει να συγκαταλέγεται στα πιο σύντομα ανέκδοτα.