articleΠρόλογος

Ο θρησκευτικός φανατισμός ή φονταμενταλισμός ή μισαλλοδοξία δεν είναι τίποτα άλλο από τη θέληση να επιβάλουμε στους άλλους κάτι που είναι εξ ορισμού αυστηρά προσωπικό. Δηλαδή τη σχέση μας με την υπερβατική θεώρηση των αρχών της ύπαρξής μας, που για πολλούς μετουσιώνεται σε ένα απόλυτα σεβαστό θρησκευτικό συναίσθημα. Και το θρησκευτικό όμως συναίσθημα του άλλου είναι εξ ίσου σεβαστό όπως σεβαστή πρέπει να είναι και η ενδεχόμενη απουσία από κάποιον συνάνθρωπό μας οποιουδήποτε θρησκευτικού συναισθήματος. (Η συνέχεια στον Επίλογο)

Ο θάνατος, ο τρόμος, ο Θεός

Ο Θεός, ως Ανώτερη – και άγνωστη – Δύναμη που δημιούργησε τον Κόσμο αποτελεί μια «διανοητική αναγκαιότητα» στην έμφυτη ροπή του ανθρώπινου πνεύματος να βρίσκει αιτία στο καθετί.

Είναι «η αιτία του εαυτού του» κατά τον Θωμά Ακινάτη και τον Μπαρούχ Σπινόζα.

Η Θρησκεία ωστόσο και η ένταξή της σ’ αυτήν, με ό,τι καλό ή κακό αυτό συνεπάγεται, έχει κατά πολλούς τη ρίζα της στον «τρόμο του θανάτου».

Παραθέτω ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Ίρβινγκ Γιάλομ «Στον κήπο του Επίκουρου» (Εκδόσεις Άγρα, σελ. 17):

«…Επειδή δεν μπορούμε να ζήσουμε πετρωμένοι από φόβο, γεννάμε μεθόδους για να μαλακώσουμε τον τρόμο του θανάτου. Προβάλλουμε τον εαυτό μας στο μέλλον μέσα από τα παιδιά μας. Γινόμαστε πλούσιοι, διάσημοι, επεκτεινόμαστε όλο και πιο πολύ. Αναπτύσσουμε καταναγκαστικές προστατευτικές τελετουργίες. Ή ασπαζόμαστε μια αδιάσειστη πίστη σ’ έναν τελικό σωτήρα.

Ορισμένοι άνθρωποι… επιχειρούν να υπερβούν την οδυνηρή κατάσταση διαχωρισμού που προκαλεί ο θάνατος συγχωνευόμενοι – με έναν αγαπημένο, με μια ιδεολογία με μια κοινότητα μ’ ένα Θείο Όν.

Το άγχος θανάτου είναι η μητέρα όλων των θρησκειών, οι οποίες, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, επιχειρούν να καταλαγιάσουν την αγωνία του πεπερασμένου της ύπαρξής μας.

Ο Θεός, όπως έχει διατυπωθεί διαπολιτισμικά, όχι μόνο καταπραΰνει την οδύνη της θνητότητας μέσα από ένα όραμα αιώνιας ζωής, αλλά και μετριάζει την εναγώνια απομόνωση προσφέροντας μια αιώνια παρουσία και παρέχει ένα ξεκάθαρο πρότυπο για μια ζωή με νόημα…»

Το πώς ο τρόμος αυτός του θανάτου μετουσιώνεται σε διάθεση για τρομοκρατικές ενέργειες που σκορπούν το θάνατο και που συχνά περιλαμβάνουν τον βέβαιο θάνατο αυτού που τις διαπράττει, είναι η πλήρης αντίφαση – ο ακραίος παραλογισμός – η απόλυτη φρικαλεότητα, η άρνηση της ανθρώπινης υπόστασης.

«Σκοτώσατε τους αδελφούς μας, θα πεθάνετε... Ο Θεός είναι μεγάλος (!)» [και μαζί σας θα πεθάνω κι εγώ] φώναζαν οι τρομοκράτες εκτελεστές στα εντελώς αθώα και ανυποψίαστα θύματά τους.

Εδώ υπάρχει και μια άλλη αντίφαση: Οι «σκοτωμένοι αδελφοί» τους οποίους εκδικούνταν οι δολοφόνοι τρομοκράτες, θα έχουν γίνει ήδη «μάρτυρες» και θα βρίσκονται στον «παράδεισο», σύμφωνα με τη θρησκεία των ισλαμιστών δολοφόνων. Οπότε, προς τι η εκδίκηση;

Ένα κουβάρι η ψυχή και το μυαλό των στυγνών δολοφόνων, οι οποίοι ωστόσο μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν άριστα την τεχνολογία των «απίστων» και να συντονιστούν τέλεια για να ολοκληρώσουν το απαίσιο σχέδιό τους.

Το οποίο φυσικά είναι μέρος ενός παιχνιδιού εξουσίας και επικράτησης κάποιων άλλων.

Οι «μάρτυρες» και η λατρεία της… εξουσίας

- Γιατί οι εκάστοτε ηγέτες ισλαμικών και φονταμενταλιστικών κινημάτων και οργανώσεων δεν επιλέγουν να γίνουν οι ίδιοι αυτουργοί εκτελεστές επιθέσεων αυτοκτονίας και κατά τη θρησκεία τους «μάρτυρες»;
- Γιατί αφήνουν να τους διαφύγει τέτοια… ευκαιρία να πάνε εκ του ασφαλούς στον «παράδεισο» του κορανίου τους; Μήπως …θυσιάζονται, θεωρώντας τους εαυτούς τους «αναντικατάστατους»;
- Γιατί οι δολοφόνοι αυτοκτονίας είναι συνήθως σχετικά μικροί σε ηλικία; Δεν θα ήταν φυσικότερο να επιλέξουν το ρόλο αυτό οι μεγαλύτεροι;

Αυτά είναι κάποια απλά ερωτήματα που θα πρέπει να τίθενται από τους δυτικούς σε όλους τους υποψήφιους καμικάζι – δολοφόνους. Όλοι τους άλλωστε είναι χρήστες του διαδικτύου.

Εφ’ όσον τεθούν τα ερωτήματα, η απάντηση είναι απλούστατη: Τους εκμεταλλεύονται οι εκπρόσωποι του πολιτικού – οικονομικού – θρησκευτικού κατεστημένου των χωρών τους, για να αποκτήσουν και να διατηρήσουν ισχύ και εξουσία.
Όπως ακριβώς γινόταν και στο μεσαίωνα, η θρησκεία χρησιμοποιείται σαν μέσο επιβολής και εξουσιαστικών παιχνιδιών και μηχανισμών. Παίρνουν εφήβους, ακόμα και μικρά παιδιά και τα φανατίζουν, καθιστώντας τα πειθήνια όργανά τους. Κάτι που είναι ακόμα πιο εύκολο όταν ο νεαρός υποψήφιος δολοφόνος έχει χάσει μέλη της οικογένειάς του από τους «απίστους».

Πώς αντιδρούμε διαχρονικά στην τρομοκρατία;

Για μία ακόμη φορά οι – ανεπαρκείς – ηγέτες της Δύσης αιφνιδιάστηκαν από το τρομοκρατικό – ισλαμικό φαινόμενο, μολονότι είχαν όλες τις ενδείξεις, τις αποδείξεις και τις προειδοποιήσεις, όπως για παράδειγμα την έκκληση του Serkan Engin:

http://olympia.gr/2014/08/06/συγκλονιστική-επιστολή-τούρκου-απο/

Τώρα «τρέχουν» πίσω από τα γεγονότα (κλείσιμο συνόρων και λοιπές σπασμωδικές ενέργειες) και προφανώς «δεν φτάνουν».

Το πρόβλημα φαίνεται ότι δεν έχει γίνει κατανοητό σε όλη του την έκταση και όλο του το βάθος. Εδώ πρέπει να δράσει όλη η πολιτισμένη ανθρωπότητα στο ανώτατο δυνατό επίπεδο (ΟΗΕ), με τη μέγιστη συναίνεση και τον απόλυτο συντονισμό.

Έχουμε πόλεμο και αλίμονό μας αν τον χάσουμε.

Ωστόσο, η – απαραίτητη – στρατιωτική νίκη έναντι των δολοφόνων τζιχαντιστών του ISIS δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα που απειλεί την πολιτισμένη ανθρωπότητα, αν η Λογική και ο Διαφωτισμός δεν επικρατήσουν.
Η όποια νίκη στο στρατιωτικό πεδίο θα είναι «πύρρειος» και δεν πρόκειται να έχει διάρκεια, αν δεν συνοδεύεται από νίκες στο πεδίο των ιδεών και του πνεύματος.

Η «δύση» έχει πολλαπλώς αποδείξει ότι στους τομείς αυτούς (των ιδεών και του πνεύματος) έχει …«υπεροπλία»! Πώς όμως την έχει χρησιμοποιήσει;

Η πρώτη αντίδραση του τότε προέδρου Μπους μετά το τρομοκρατικό κτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και στη συνέχεια οι αντιδράσεις όλων των ηγετών χωρών που δέχονται πλήγματα είναι σχεδόν πανομοιότυπες.  Τότε ο κ. Μπους δήλωνε ότι ξεκινάει ένα πόλεμο, που θα έχει ως πρώτο στόχο την αναζήτηση και τιμωρία των ενόχων και ως απώτερο αποτέλεσμα την ολοκληρωτική εξάλειψη του φαινομένου της τρομοκρατίας.

Η ίδια «λογική» διέπει και την πολιτική των Ισραηλινών έναντι της παλαιστινιακής τρομοκρατίας, με κύριο χαρακτηριστικό τις ανηλεείς επιθέσεις τους εναντίον παλαιστινιακών «στόχων», μετά από κάποιο δικό τους χτύπημα, που έχουν ως αποτέλεσμα τον θάνατο πολλών αμάχων και τη δημιουργία νέων επίδοξων τρομοκρατών.     

Δεν χρειάζεται όμως ιδιαίτερη ευφυΐα στο να αντιληφθεί κάποιος ότι εδώ γίνεται ένα λογικό άλμα. Από πουθενά δεν συνάγεται ότι η τιμωρία κάποιων φυσικών αυτουργών (που συνήθως είναι ήδη νεκροί), ή η σύλληψη των ηθικών αυτουργών (εάν υποτεθεί ότι τους γνωρίζουμε όλους) των τρομοκρατικών ενεργειών θα σημάνει το τέλος της πρακτικής των τυφλών τρομοκρατικών κτυπημάτων. Και τούτο για τον απλούστατο λόγο ότι ο μουσουλμανικός κόσμος αποτελεί αστείρευτη «δεξαμενή» υποψηφίων νέων τρομοκρατών. Και μάλιστα πολύ εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς ότι η επικέντρωση της προσπάθειας στο κυνηγητό των «τρομοκρατών» (με ό,τι «παράπλευρες απώλειες» αυτό συνεπάγεται) οδηγεί μακροπρόθεσμα στην ενίσχυση της τρομοκρατίας και όχι στην εξασθένισή της.

H τρομοκρατία δεν συντρίβεται, αλλά μόνο απαξιώνεται. Και αυτό θα συμβεί μόνο όταν ο αυτόχειρας τρομοκράτης δεν θα θεωρείται από κανένα ως ήρωας ή μάρτυρας που απονέμει δικαιοσύνη, αλλά ως ένας αξιοθρήνητος και καταγέλαστος ψυχοπαθής που διαπράττει ένα φρικτό και ανόητο έγκλημα. Αλλά εκεί δεν πρόκειται να φθάσουμε με μισές αλήθειες και ψεύτικες βεβαιότητες, με τις οποίες οι εκάστοτε ηγέτες βαυκαλίζουν τους υπηκόους τους. Οι μουσουλμάνοι θεωρητικοί της τρομοκρατίας χρησιμοποιούν πράγματι μισές αλήθειες (ότι για όλα τα δεινά των Αράβων ευθύνονται μόνο οι Δυτικοί) και ψεύτικες βεβαιότητες (ότι οι «μάρτυρες» θα πάνε στον Παράδεισο, ενδεχομένως μαζί με τα ανύποπτα θύματά τους). Παρόμοιες ιδέες μπορούν να κατανικηθούν μόνο με τη βοήθεια του ψύχραιμου, αμερόληπτου και αναλυτικού τρόπου σκέψης, που είναι προϊόν της επιστημονικής και φιλοσοφικής αμφιβολίας.

      Και εδώ θα πρέπει όλα τα μέλη (πολίτες και πολιτικοί) του «Δυτικού Κόσμου» να απαντήσουν στο εξής απλό αλλά σκληρό δίλημμα:

      Ποιος είναι ο κύριος στόχος; Η τιμωρία των τρομοκρατών ή η εξάλειψη της τρομοκρατίας; Η απάντηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των – δυτικών - συμπολιτών μας θα είναι ότι θα προτιμήσουν την διαφύλαξη της ζωής των υποψηφίων θυμάτων, έστω και αν αυτό συνεπάγεται ότι πολλοί εκ των «τρομοκρατών» θα παραμείνουν ατιμώρητοι…

      Καθόσον το «κοινό περί δικαίου αίσθημα» δεν είναι κοινό για όλο τον κόσμο, με άλλα λόγια το «δίκιο» γίνεται αντιληπτό κατά τελείως διαφορετικό τρόπο από διαφορετικές ομάδες ανθρώπων με διαφορετική κουλτούρα και υπό διαφορετικές συνθήκες ζωής («τραγωδία είναι η σύγκρουση του δικαίου προς το δίκαιο», όπως έλεγε κάποτε ο Νίτσε).

      Από την άλλη όμως μεριά το δικαίωμα στη ζωή στην ειρήνη και την ασφάλεια είναι έννοιες κοινές – και σε μεγάλο βαθμό έμφυτες – για όλο τον κόσμο. Όπως έμφυτες είναι και οι λοιπές «δυτικές» (θεωρούμενες) Αξίες όπως η Ελευθερία, ο σεβασμός στην Προσωπικότητα και την Ανθρώπινη Υπόσταση, το δικαίωμα για Εξέλιξη και αναζήτηση της Ευτυχίας.

Αυτές λοιπόν τις κοινές και έμφυτες Αξίες και Αρχές πρέπει να διδάξουμε με σύστημα, επιμονή και υπομονή χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που διαθέτουμε: Πνευματικά, τεχνολογικά ακόμη και οικονομικά. Με βοήθεια που θα δώσουμε στους λαούς αυτούς. Καθόσον η δυστυχία αποτελεί πηγή και «έμπνευση» για τον επίδοξο τρομοκράτη, που ελπίζει να ευτυχήσει μόνο στον… Παράδεισο που του υπόσχεται η θρησκεία του.  

Αυτό αποτελεί την μεγαλύτερη πρόκληση του καιρού μας και συγχρόνως είναι κυριολεκτικά ζήτημα ζωής και θανάτου.

Όχι μόνο των ίδιων των ανθρώπων, αλλά και του όποιου Πολιτισμού κατάφερε ο άνθρωπος να οικοδομήσει. 

Επίλογος

Οι απλές αυτές αρχές και σκέψεις που εκτέθηκαν στον Πρόλογο και στο υπόλοιπο κείμενο αγνοήθηκαν και εξακολουθούν να αγνοούνται ακόμα και στις μέρες μας. Πόλεμοι που έχουν ως βαθύτερο κίνητρο θρησκευτικές διαφορές κατατρύχουν την ανθρωπότητα επί αιώνες και έχουν γίνει αιτία για θανάτους και δυστυχία εκατομμυρίων ανθρώπων.

Ένα τέτοιο πόλεμο ζούμε και στις μέρες μας.

Ο Πανάγαθος Θεός, όποια μορφή και όποιες ιδιότητες και αν του αποδίδουμε, δεν είναι δυνατόν να «χαίρεται» (αν υποθέσουμε ότι μπορεί να έχει και τέτοιου είδους συναισθήματα) για τις εκατόμβες θυμάτων που δημιουργούνται εξ ονόματός Του.

Εμείς όμως είναι βέβαιο ότι θα δυστυχήσουμε μέσα στους θανάτους και τον τρόμο αν δεν αντιδράσουμε έγκαιρα και με τον δέοντα τρόπο, που θα μας επιτρέψει να αφήσουμε οριστικά πίσω μας τη φρίκη που μας επιφυλάσσει ο θρησκευτικός πόλεμος που ήδη βιώνουμε.

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο policilaldoubts,com

Αρθρογράφος
Διονύσιος Βενιεράτος
Author: Διονύσιος Βενιεράτος
Ομότιμος Καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος της Εθνικής Επιτροπής του πολιτικού κόμματος ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΞΑΝΑ και περιφερειακός σύμβουλος Αττικής
Διαβάστε επίσης